Τη γλώσσα μου έδωσαν Ελληνική,  
το σπίτι φτωχικό στις αμμουδιές του Ομήρου.

Το Γενος των Ελληνων

Το Γενος των Ελληνων
Οτι κι αν σκεφτείς νομίζοντας οτι πρωτοτυπείς, θα ανακαλύψεις τελικά οτι εκείνοι οι αναθεματισμένοι αρχαίοι Έλληνες το είχαν σκεφτεί πρώτοι.  Τσαρλς Φορι.

Απο το Μικρολιμανο ξεκινησαν τα πλοια για τη ναυμαχια της Σαλαμινας


Τη ναυτική βάση της αρχαίας Αθήνας, από όπου πιθανότατα απέπλευσαν τα πλοία του αθηναϊκού ναυτικού για τη ναυμαχία της Σαλαμίνας, ανακάλυψε η αρχαιολογική σκαπάνη. Τα σπουδαία αυτά ευρήματα ήρθαν στο φως στον Πειραιά, στο αρχαίο λιμάνι της Μουνιχίας, όπου ανασκάπτουν αρχαιολόγοι από τη Σχολή Ανθρωπιστικών Επιστημών του Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης μαζί με Έλληνες συναδέλφους τους.

Οι επιστήμονες αναφέρουν  πως ανακάλυψαν τα ερείπια μιας αρχαίας ναυτικής βάσης, η οποία χρονολογείται από το 493 π.Χ. και ήταν το "κλειδί" για τη νίκη στη Ναυμαχία της Σαλαμίνας. Διέθετε τεράστια οχύρωση και είχε χώρο ικανό να φιλοξενήσει εκατοντάδες τριήρεις. Ωστόσο, ήταν εξαιρετικά δύσκολο να εντοπισθεί καθώς στο σημείο εκείνο στο σημερινό Μικρολίμανο, όπου «δένουν» σκάφη αναψυχής και αλιείας, η ανασκαφή κάθε άλλο παρά εύκολη είναι. Όπως σημειώνουν μάλιστα, μερικές φορές είχαν ορατότητα μόλις 20 εκ. ενώ πάντοτε καταδύονταν με ειδικές στολές, γιατί τα νερά εκεί έχουν τοξικά στοιχεία.


Τους αρχαιολόγους καθοδήγησε ένας ηλικιωμένος ψαράς το 2010 όταν τους υπέδειξε ένα σημείο στο οποίο σαν μικρό παιδί ψάρευε πάνω σε έναν αρχαίο κίονα. Όπως διαπίστωσαν, αποτελούσε τμήμα του λιμανιού που τώρα βρίσκεται στον πυθμένα της θάλασσας.
“Καταφέραμε να εντοπίσουμε έξι υπόστεγα νεώσοικων που προστάτευαν τα πλοία όταν αυτά δεν επιχειρούσαν στη θάλασσα” λέει ο καθηγητής BjørnLovénπου διεξάγει την ανασκαφή του Δανέζικου Ινστιτούτου υπό την εποπτεία της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων.  Οι αριθμοί που αναφέρει  προκαλούν δέος. Οι κίονες που στήριζαν τα υπόστεγα των νεώσοικων είχαν διαστάσεις 1,4x1,4 μ., ενώ τα ίδια τα υπόστεγα έφθαναν τα 8 μέτρα ύψος και 50 μέτρα πλάτος καθιστώντας έτσι τη ναυτική βάση μια από τις μεγαλύτερες του αρχαίου κόσμου.
Οι νεώσοικοι είναι τα αρχαιότερα δημόσια κτήρια του Πειραιά, κατά τον Πλάτωνα μάλιστα οι πρώτες μόνιμες εγκαταστάσεις οφείλονται στον Θεμιστοκλή.Η κατασκευή της συγκεκριμένης ναυτικής βάσης φαίνεται πως διατάχθηκε από τον ίδιο τον Θεμιστοκλή που δέκα χρόνια μετά τη μάχη του Μαραθώνα κατέστρωσε και υλοποίησε ένα αμυντικό σχέδιο ενάντια στην Περσική απειλή, αποκλειστικά βασισμένο στη θαλάσσια δύναμη. (Τα «ξύλινα τείχη» που είχε πει ο χρησμός του Μαντείου των Δελφών ότι θα σώσουν την Αθήνα).
Υπολογίζεται πάντως, ότι το σύνολό τους στα τρία λιμάνια ήταν 378 από τους οποίους οι 83 βρίσκονταν στη Μουνιχία, οι 196 στη Ζέα και οι 94 στον Κάνθαρο. Πίσω από τους νεώσοικους εξάλλου υπήρχαν διοικητικές εγκαταστάσεις και σκευοθήκες ενώ ολόκληρη η περιοχή του ναυστάθμου προστατευόταν από περίβολο.
Ανά δύο οι νεώσοικοι αποτελούσαν ένα επίμηκες υπόστεγο, που καλυπτόταν από μία δίρριχτη στέγη και έκλεινε στο πίσω μέρος του με τοίχο. Τα υπόστεγα ήταν οργανωμένα σε ομάδες των 10 νεώσοικων ενώ σε καθένα από αυτούς ανελκυόταν μία μόνο τριήρης _ ή δύο μικρότερα πλοία _ πάνω σε επικλινή «σχάρα», που έπρεπε να εκτείνεται μερικά μέτρα μέσα στη θάλασσα και εκτός του στεγασμένου χώρου. Η σχάρα αποτελούνταν από δύο παράλληλα και χαμηλά τοιχία, πάνω στα οποία στερεωνόταν ένα ξύλινο δάπεδο, που αλειφόταν με λίπος κατά μήκος του άξονα στον οποίο γλιστρούσε η ράχη της καρένας (τρόπις).


Η ναυμαχία της Σαλαμίνας
Οι επιστήμονες υποστηρίζουν πως η συγκεκριμένη βάση ήταν το "κλειδί" για την ναυμαχία της Σαλαμίνας, όταν τα ελληνικά πλοία υπό τον Θεμιστοκλή αντιμετώπισαν τις περσικές δυνάμεις του Ξέρξη το 480 π.Χ. καταφέροντας μια από τις πιο σημαντικές επιτυχίες εναντίον της Περσικής αυτοκρατορίας. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς τους, τα δύο τρίτα των ελληνικών πλοίων που συμμετείχαν στη ναυμαχία επιχειρούσαν από τη συγκεκριμένη ναυτική βάση. 
Ο Lovén δηλώνει χαρακτηριστικά: "Με βάση την κεραμική και την ραδιοχρονολόγηση με C-14 ενός κομματιού ξύλου που βρέθηκε μέσα στα θεμέλια μιας κιονοστοιχίας, χρονολογούμε τα υπόστεγα γύρω στο 520 με 480 π.Χ. ή λίγο αργότερα. Αυτό σημαίνει ότι αυτοί οι νεώσοικοι στέγαζαν ίσως τα πλοία που είχαν χρησιμοποιηθεί για τηναντιμετώπιση των περσικών δυνάμεων εισβολής κατά τη διάρκεια της περίφημης μάχης της Σαλαμίνας, το  480 π.Χ."
«Πρόκειται για μια ναυμαχία καθοριστική για την Ιστορία της Ελλάδας. Είναι δύσκολο να βρούμε τι θα είχε συμβεί αν οι Ελληνες ήταν οι ηττημένοι, αλλά είναι φανερό πως μια νίκη των Περσών θα είχε τεράστιες συνέπειες στον πολιτισμό και την κοινωνική ανάπτυξη της Ευρώπης. Η νίκη στη Σαλαμίνα έχει αντίκτυπο στην Ιστορία και προκαλεί δέος και έμπνευση σε ολόκληρο τον σημερινό κόσμο».
Η Αθηναϊκή Δημοκρατία στηρίχτηκε πάνω στο στόλο της που στο απόγειό του μετρούσε 400 τριήρεις με σχεδόν 80.000 ναύτες που περιπολούσαν από τη Μαύρη Θάλασσα μέχρι το Δέλτα του Νείλου ώστε να επιβλέπουν  τις 150 νησιωτικές και παράκτιες πόλεις που ανήκαν στην Αθήνα. Έτσι καθώς φαίνεται στη Μαρίνα Ζέας υπήρχε μια τεράστια πολεμική μηχανή.
Ελπίδα των ανασκαφέων είναι να βρουν έστω τα υπολείμματα μιας τριήρους, που θα σήμαινε τεράστια επιτυχία για εκείνους. Ωστόσο, καθώς το ξύλο δεν σώζεται τόσους αιώνες μετά, θα πρέπει να διαθέτουν μεγάλη τύχη.
Αντιγόνη Καρατάσου
 /www.liberal.gr/






ΟΙ ΕΦΕΥΡΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΑΡΧΙΜΗΔΗ


Ο Αρχιμήδης (287πΧ-212πΧ) ήταν Έλληνας μαθηματικός, φιλόσοφος, φυσικός, μηχανικός, εφευρέτης και αστρονόμος. Θεωρείται ένα από τα πιο μεγαλοφυή πνεύματα που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα. Γεννήθηκε στις Συρακούσες, στη Σικελία περίπου το 287 π. Χ. και είχε πατέρα τον Φειδία, ο οποίος ήταν αστρονόμος. Μερικά από τα συγγράμματά του που διασώθηκαν είναι: «Περί επιπέδων ισορροπιών», «Κύκλου μέτρησις», «Περί σφαίρας και κυλίνδρου», «Περί ελίκων», «Περί πολυέδρων», «Περί κωνοειδέων και σφαιροειδέων», «Τετραγωνισμός παραβολής», «Ψαμμίτης».

Το κύριο έγγραφο που περιέχει το έργο του Αρχιμήδη είναι το «Παλίμψηστο του Αρχιμήδη». Το 1906, ο Δανός καθηγητής Johan Ludvig Heiberg όταν επισκέφθηκε την Κωνσταντινούπολη και εξέτασε περγαμηνή (από δέρμα κατσίκας), γραμμένη τον 13ο μ.Χ. αιώνα με174 σελίδες λειτουργικών κειμένων, ανακάλυψε ότι η περγαμηνή ήταν ένα παλίμψηστο, δηλαδή ένα έγγραφο με κείμενο το οποίο είχε γραφεί πάνω σε μια σβησμένη παλιά εργασία. Η εργασία αυτή ήταν του Αρχιμήδη.

Σελίδες από το «Παλίμψηστο του Αρχιμήδη» 




Από το Παλίμψηστο διαβάστηκαν αποσπάσματα έργων που διασώθηκαν σε αυτό: Οστομάχιον Το Οστομάχιον είναι ένα τεμαχισμένο παζλ. Ο Αρχιμήδης προσπαθούσε να καθορίσει με πόσους δυνατούς τρόπους θα μπορούσαν να τοποθετηθούν τα κομμάτια έτσι ώστε να συναρμολογήσουν ένα τετράγωνο. Ο Δρ Netz υπολόγισε πως τα κομμάτια μπορούν να δημιουργήσουν ένα τετράγωνο με 17.152 διαφορετικούς τρόπους. Ο αριθμός των διατάξεων είναι 536, όταν οι λύσεις που προέρχονται από περιστροφή κι αντανάκλαση έχουν αποκλειστεί.

Περί μηχανικών θεωρημάτων προς Ερατοσθένη έφοδος 
Στο έργο αυτό υποστηρίζει ότι η διαμέλιση ενός σχήματος σε άπειρο αριθμό μικρών κομματιών μπορεί να βοηθήσει στον υπολογισμό του εμβαδού ή του όγκου του. Περί των εμπλεόντων σωμάτων Σε αυτό το έργο διατυπώνεται και η αρχή του Αρχιμήδη για την άνωση ως εξής: «Κάθε σώμα που είναι εξ ολοκλήρου ή μερικώς βυθισμένο σε ένα ρευστό, δέχεται μια ώθηση ίση σε μέγεθος, αλλά αντίθετης φοράς, με το βάρος του εκτοπισμένου ρευστού.»

Ο Αρχιμήδης Υπολόγισε μία προσεγγιστική τιμή για τον άρρητο αριθμό π. Διατύπωσε τους νόμους διάθλασης του φωτός. Εξήγησε το νόμο της Μηχανικής για τους μοχλούς και διατύπωσε την εξής πρόταση σχετικά με το μοχλό: «Δῶς μοι πᾶ στῶ καὶ τὰν γᾶν κινάσω.» (Δώσε μου ένα μέρος να σταθώ και θα μετακινήσω τη Γη).

Σύμφωνα με έναν θρύλο, λέγεται ότι μια μέρα πετάχτηκε από τη μπανιέρα του και έτρεχε γυμνός στους δρόμους, φωνάζοντας «Εύρηκα!», όταν παρατήρησε ότι η στάθμη του νερού στην μπανιέρα ανέβηκε όταν μπήκε ο ίδιος μέσα. Κατάλαβε ότι με αυτόν τον τρόπο θα μπορούσε να προσδιορίσει τον όγκο ενός στερεού σώματος.

Σύμφωνα με τον Βιτρούβιο, ένα στέμμα για ένα ναό είχε φτιαχτεί από έναν χρυσοχόο για τον βασιλιά Ιέρωνα Β΄, για το οποίο ο ίδιος είχε προμηθεύσει τον καθαρό χρυσό με τον οποίο θα το έφτιαχναν. Ο Αρχιμήδης κλήθηκε να καθορίσει αν είχε αντικατασταθεί από τον χρυσοχόο ένα μέρος του χρυσού από άλλο μέταλλο. Έπρεπε όμως να λύσει το πρόβλημα χωρίς να καταστρέψει το στέμμα, έτσι δεν μπορούσε να λιώσει το στέμμα για να υπολογίσει τον όγκο του, την πυκνότητά του και την προέλευση του. Κατάφερε να προσδιορίσει τον όγκο του στέμματος βυθίζοντάς το μέσα σε νερό. Το βυθισμένο στέμμα εκτοπίζει μια ποσότητα νερού ίση με τον δικό του όγκο. Διαιρώντας τη μάζα του στέμματος με τον όγκο του νερού που εκτοπίζεται, προκύπτει η πυκνότητα του στέμματος. Το πείραμά του διεξήχθη με επιτυχία αποδεικνύοντας ότι το στέμμα είχε νοθευτεί με σίδηρο.

Λέγεται ότι σκοτώθηκε το 212 π. Χ. κατά τη διάρκεια της κατάληψης των Συρακουσών από Ρωμαίο στρατιώτη, ο οποίος του ζήτησε να τον ακολουθήσει. Ο Αρχιμήδης του φώναξε: «Μη μου τους κύκλους τάραττε!» επειδή εκείνη τη στιγμή προσπαθούσε να λύσει ένα δύσκολο γεωμετρικό πρόβλημα.

Οι εφευρέσεις του Αρχιμήδη  



Πολεμικό όπλο που εκτόξευε μπάλες βάρους ενός ταλάντου (περίπου 23 χλγμ.) σε απόσταση 6 σταδίων (περίπου 1.100 μ.). Λειτουργούσε με την ατμοσυμπίεση.

Το ατμοτηλεβόλο 
 Ήταν πολεμικό όπλο που εκτόξευε μπάλες βάρους περίπου 20kg σε απόσταση περίπου 1km. Είναι το πρώτο παγκοσμίως όπλο που λειτουργούσε με ατμό. Ο Λεονάρντο ντα Βίντσι, που το ονόμασε αρχιτρόνιτο (από τις λέξεις Αρχιμήδης και τρώννυμι), έκανε τα πρώτα κατασκευαστικά σχέδια του όπλου.

Τα εμπρηστικά κάτοπτρα του Αρχιμήδη 
 Ο Αρχιμήδης λέγεται ότι χρησιμοποίησε καθρέπτες που λειτουργούσαν συγκεντρωτικά σαν παραβολικό κάτοπτρο που συγκέντρωναν και εστίαζαν τις ηλιακές ακτίνες και έκαιγαν τα πλοία των Ρωμαίων που πολιορκούσαν τις Συρακούσες.


Το υδραυλικό ρολόι 
Επειδή τα ηλιακά ρολόγια δεν θα μπορούσαν να μετρήσουν το χρόνο κατά τη διάρκεια της νύχτας ή όταν είχε συννεφιά, ο Αρχιμήδης επινόησε ένα ρολόι που χρησιμοποιούσε την ελεύθερη πτώση του νερού για να κινήσει τους δείκτες του. Η μεταβολή της στάθμης του νερού μετράει το χρόνο.


Ο κοχλίας του Αρχιμήδη 
Όταν ο Αρχιμήδης επισκέφθηκε την Αίγυπτο, επινόησε τον κοχλία προσπαθώντας να βοηθήσει τους χωρικούς να αντλήσουν νερό από το Νείλο. Ονομάστηκε «κοχλίας» γιατί μοιάζει με κέλυφος σαλιγκαριού (κοχλίας).


Αραιόμετρο 
Χρησιμοποιείται για τη μέτρηση της πυκνότητας των υγρών. Όταν το βυθίζουμε μέσα σε ένα υγρό, το όργανο βυθίζεται περισσότερο ή λιγότερο ανάλογα με την πυκνότητα του υγρού.


Πλανητάριο 
Ο Αρχιμήδης κατασκεύασε μηχανισμό, με εφαρμογή στην αστρονομία, ο οποίος έδειχνε την κίνηση του Ηλίου, της Σελήνης και πέντε πλανητών. Λιθοβόλος μηχανή Η μηχανή αυτή μπορούσε να εκσφενδονίζει πέτρες βάρους 80 περίπου κιλών η κάθε μία, και βέλη σε απόσταση 180 μ.


Δρομόμετρο 
Το δρομόμετρο μετρά την απόσταση που διανύει ένα κινούμενο όχημα. Περιγράφεται ως ένα κάρο με μηχανισμό γραναζιού (με οδοντωτούς τροχούς) που έριχνε μια μπάλα σε ένα κιβώτιο κάθε φορά που συμπλήρωνε μια συγκεκριμένη απόσταση.

  Πολεμικός γερανός του Αρχιμήδη με τον οποίο βύθιζε τα καράβια των εχθρών

Γερανοί 
Ο Αρχιμήδης σχεδίαζε ανυψωτικά συστήματα τροχαλιών επιτρέποντας στους ναυτικούς να σηκώνουν αντικείμενα που αλλιώς δεν θα μπορούσαν να σηκώσουν. Με τη βοήθεια των γερανών κατάφερνε να πιάνει τα καράβια που πολιορκούσαν την πόλη, να τα ανυψώνει και να τα αφήνει να ξαναπέσουν στη θάλασσα προκαλώντας τους πολλές καταστροφές.

Υπάρχει ένας κρατήρας στη σελήνη με το όνομα του Αρχιμήδη προς τιμήν του και μια σεληνιακή οροσειρά, τα βουνά του Αρχιμήδη. Ο κρατήρας που φέρει το όνομά του στη Σελήνη μοιάζει με στέφανο που φορούν οι μεγάλοι νικητές στο άθλημά τους.

Μια σφαίρα και ένας κύλινδρος είχαν τοποθετηθεί στον τάφο του Αρχιμήδη, που απεικόνιζε την αγαπημένη του μαθηματική απόδειξη κατόπιν αιτήσεώς του. Η σφαίρα έχει τα 2/3 του όγκου και της επιφάνειας του κυλίνδρου που την περιβάλλει.

«Δος μοι πα στω και ταν γαν κινάσω» είχε πει ο Αρχιμήδης - και μάλλον το εννοούσε

Πριν από λίγα χρόνια σε μια ψηφοφορία που έγινε από τα  400 μέλη της Διεθνούς Ένωσης Μαθηματικών, των κορυφαίων μαθηματικών  του πλανήτη, για την μεγαλύτερη φυσικομαθηματική προσωπικότητα όλων των εποχών, την πρώτη θέση πήρε ο Αρχιμήδης μαζί με τον Νεύτωνα. Αρκετά πιο κάτω ψηφίστηκε ο Αϊνστάιν και άλλοι σπουδαίοι επιστήμονες. Ο Αρχιμήδης ήταν άριστος σε όλα. Κορυφαίος φυσικός και μαθηματικός και τεχνολόγος.

Το μετάλλιο Fields για εξαιρετικές επιδόσεις στα μαθηματικά φέρει ένα πορτρέτο του Αρχιμήδη. Η επιγραφή γύρω από το κεφάλι του Αρχιμήδη είναι ένα απόσπασμα που αποδίδεται σ 'αυτόν, και γράφει στα λατινικά: "Transire suum pectus mundoque potiri" «Ανέβα πάνω από τον εαυτό σου και κατάκτησε τον κόσμο»

ΠΗΓΕΣ: http://el.wikipedia.org/wiki/ h​t​t​p​:​/​/​a​s​t​r​o​.​p​b​l​o​g​s​.​g​r​/​2​0​1​0​/​0​3​/​a​r​h​i​m​ h​d​h​s​-​o​-​m​e​g​a​s​-​s​t​h​-​g​h​-​k​a​i​-​s​t​o​-​f​e​g​g​a​r​i​.​ h​t​m​l ΕΙΚΟΝΕΣ: https://www.google.gr/ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗΣ: ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΑΡΩΝΗ



Τα φάρμακα στην Αρχαία Ελλάδα



Τα φάρμακα στην Αρχαία Ελλάδα. Ανάμεσα στο μύθο, τη λαϊκή εμπειρική θεραπευτική και την επιστήμη

Γιώργος Παπαδόπουλος, Αναπληρωτής Καθηγητής Φαρμακολογίας Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου Αθηνών.

Οι αρχαίοι Έλληνες, όπως και όλοι οι λαοί, αρχαίοι και νεότεροι, πρωτόγονοι και προηγμένοι, χρησιμοποιούσαν φάρμακα για να θεραπεύουν αρρώστιες ή για να ανακουφίζουν από δυσάρεστες, επώδυνες καταστάσεις. Ο όρος «φάρμακο», όμως, δεν σήμαινε στην αρχαία Ελλάδα μόνο ό, τι εννοούμε συνήθως, αλλά και το δηλητήριο: αυτό που ήπιε ο Σωκράτης μετά την καταδίκη του αναφέρεται στους Πλατωνικούς Διαλόγους ως  «φάρμακον».1 Εξάλλου, οι σχέσεις και τα όρια μεταξύ θεραπευτικών φαρμάκων και δηλητηρίων είναι ένα θέμα που παρακολουθεί όλη την ιστορία των φαρμάκων και δεν μπορεί να αναπτυχθεί.

Στην αρχαία Ελλάδα (όπως και σε αντίστοιχους πολιτισμούς) χρησιμοποιούσαν για θεραπευτικούς σκοπούς κυρίως μέρη φυτών (ρίζες, φύλλα, άνθη, καρποί κ.λπ.), αλλά και ζωικά προϊόντα (μέρη του σώματος ή εκκρίματα ζώων), καθώς και ανόργανες (ορυκτές) ουσίες.2 Για τη χρήση τους ως φαρμάκων τα μέρη των φυτών (και τα άλλα φυσικά προϊόντα) υποβάλλονταν σε σχετικά απλές επεξεργασίες: πολτοποίηση, ξήρανση, κονιοποίηση, βράσιμο (σε νερό ή κρασί), ανάμιξη με άλλες ουσίες (π.χ. μέλι) κ.ά.

Από τα βάθη των αιώνων
Αναφορές για χρήση (και για δράσεις) φαρμάκων βρίσκουμε σε πολύ παλαιά κείμενα (και βέβαια όχι μόνο από τον ελλαδικό χώρο). Αξιοσημείωτες είναι οι σχετικές αναφορές στα ομηρικά έπη. Στην Ιλιάδα, όταν ο Άρης τραυματίζεται από τον Διομήδη, ο Δίας καλεί το γιατρό Παιήονα: Τότε ο Παιήονας απιθώνοντας πα στην πληγή βοτάνια μαλαχτικά μεμιάς τον έγιανε- θνητός μαθές δεν ήταν. Πώς με την πρώτη το συκόγαλο το άσπρο το γάλα πήζει, κι ας είναι αριά, κι ως τ’ ανακάτωσες θωρείς το ευτύς πηγμένο-όμοια γοργά κι αυτός τον γιάτρεψε τον αντρειωμένον Άρη.3 Τα φάρμακα, ωστόσο, στα ομηρικά έπη δεν χρησιμοποιούνται μόνο για ό, τι θα ονομάζαμε καθαρά ιατρικούς σκοπούς. Η Ελένη (Οδ. δ 221) δίνει στους φίλους του Οδυσσέα το νηπενθές για να απαλύνει τη θλίψη τους για τον υποτιθέμενο χαμό του. Ο Ερμής (Οδ. κ 395) δίνει στον Οδυσσέα ένα φυτό, το μώλυ, για να αντιμετωπίσει τα μάγια της Κίρκης.

Οι περιγραφές για τη χρήση φαρμάκων στα ομηρικά έπη βρίσκονται μέσα σε μια μυθική αχλύ, και όχι μόνο επειδή έχουν να κάνουν με μάγια και την αντιμετώπισή τους (όπως στην περίπτωση της Κίρκης), ούτε επειδή τα αποτελέσματά τους είναι τόσο εντυπωσιακά (όπως στη θεραπεία του τραύματος του Άρη) που φθάνουν στην περιοχή του υπερφυσικού. Άλλωστε και τα δύο αυτά μοτίβα απαντούν επανειλημμένα σε σχέση με τα φάρμακα ακόμη και στους νεότερους χρόνους. Επιπλέον, τα αποτελέσματα φαίνεται ότι έχουν σχέση, σε σημαντικό βαθμό, και με τις ιδιότητες των προσώπων που τα χρησιμοποιούν ή τα δίνουν. Ο Άρης φαίνεται να θεραπεύεται με τόσο εντυπωσιακό τρόπο ίσως κυρίως επειδή δεν ήταν θνητός. Το μώλυ, πάλι, δεν μπορεί να το ξεριζώσει κανένας θνητός και πρέπει να παρέμβει ο Ερμής.

«Ριζοτόμοι», «φαρμακοπώλες» και λαϊκή ιατρική
Όπως ισχύει και για όλους τους λαούς σε αντίστοιχες ιστορικές περιόδους (αλλά και για ένα πολύ μεγάλο μέρος της ιστορίας της ανθρωπότητας), στην αρχαία Ελλάδα αυτοί που εκτελούσαν ιατρικές-θεραπευτικές δραστηριότητες ανήκαν σε διαφορετικές κατηγορίες. Καταρχάς υπήρχαν, όπως παντού, οι «λαϊκοί θεραπευτές». Από την άλλη μεριά μπορούμε να διακρίνουμε αυτούς που θα ονομάζαμε «θεσμοθετημένους θεραπευτές». Τέτοιοι είναι στις αρχαίες κοινωνίες αρχικά οι θεραπευτές που ανήκουν στο ιερατείο (όπως στα ελληνικά Ασκληπιεία).

Επιπλέον, στην αρχαία Ελλάδα εμφανίζονται σε κάποια εποχή αυτοί που θα ονομάζαμε «επιστήμονες γιατροί», όπως εκείνοι που ανήκαν στη σχολή της Κω και της Κνίδου. Λαϊκοί θεραπευτές στην αρχαία Ελλάδα ήσαν, μεταξύ άλλων, οι ονομαζόμενοι «ριζοτόμοι» (αυτοί που κόβουν, που μαζεύουν ρίζες και, γενικότερα, φαρμακευτικά φυτά) και «φαρμακοπώλαι» (αυτοί που πουλούν φάρμακα, κυρίως φαρμακευτικά φυτά). Οι άνθρωποι αυτοί, που δεν είχαν ιδιαίτερη ιατρική μόρφωση, προμήθευαν γιατρούς και αρρώστους με φαρμακευτικά φυτά, αλλά παράλληλα έδιναν και ιατρικές συμβουλές και εκτελούσαν, σε μεγάλη έκταση, θεραπείες.

Ιδιαίτερα τα λαϊκά στρώματα φαίνεται ότι βασίζονταν, σε μεγάλο βαθμό, σ’ αυ­τούς για να αντιμετωπίσουν τις αρρώστιες τους. Κάποιοι από αυτούς είχαν κερδίσει την εκτίμηση ακόμη και των «επιστημόνων» γιατρών, οι οποίοι λάβαιναν σοβαρά υπόψη τις γνώσεις τους. Ιδιαίτερη φήμη είχε ο Κρατεύας, «ριζοτόμος» στην αυλή του Μιθριδάτη Δ’ (α’ μισό του 1ου αιώνα π.Χ.), ο οποίος έγραψε ένα σημαντικό βιβλίο για φαρμακευτικά φυτά, το οποίο επηρέασε τόσο τον Διοσκουρίδη όσο και άλλους μεταγενέστερους (το βιβλίο δεν σώζεται).

Φάρμακα και Ασκληπιεία
Τα Ασκληπιεία είχαν μεγάλο κύρος στη αρχαία Ελλάδα, και στην Κλασική περίοδο, ακόμη και μετά τη διάδοση της ιπποκρατικής ιατρικής, αλλά και στην Ελληνιστική και τη Ρωμαϊκή περίοδο. Οι άρρωστοι που προσέρχονταν σ’ αυτά για θεραπεία ακολουθούσαν διαδικασίες που περιλάμβαναν δεήσεις, ακροάσεις μουσικών εκτελέσεων ή θεατρικών παραστάσεων, λουτρά, δίαιτα κ.λπ.
Το τελικό στάδιο ήταν η εγκοίμηση, κατά την οποία ο άρρωστος κοιμόταν μέσα σε ειδικό χώρο του Ασκληπιείου και στον ύπνο του εμφανιζόταν ο θεός ή κάποια άλλη μορφή που εκτελούσε τη θεραπεία ή έδινε στον άρρωστο θεραπευτικές οδηγίες. Σ’ αυτό το «θεραπευτικό όνειρο» ο θεός έδινε μερικές φορές στον άρρωστο κάποιο φάρμακο, είτε συγκεκριμένο γνωστό φυτό είτε π.χ. να πιει ένα ιαματικό ποτό σ’ ένα κύπελλο. Άλλοτε πάλι του έδινε εντολή να χρησιμοποιήσει κάποιο φάρμακο όταν ξυπνήσει.5

Τα φάρμακα στη λόγια γραμματεία
Στην Ιπποκρατική Συλλογή δεν σώζεται έργο (ή έστω μέρος του) που να αναφέρεται συστηματικά σε φάρμακα. Σε πολλά, όμως, έργα της Συλλογής περιέχονται διάσπαρτες γνώσεις για τις ιδιότητες και υποδείξεις για τη χρήση των φαρμάκων. Το παλαιότερο σωζόμενο έργο που αναφέρεται συστηματικά σε φάρμακα (φαρμακευτικά φυτά) είναι το Περί φυτών ιστορίαι του Θεόφραστου από την Ερεσό (372-287 π.Χ.), και συγκεκριμένα το 9ο βι­βλίο του έργου.6
Βασικό, ωστόσο, σημείο αναφοράς στην ιστορία των επιστημονικών γνώσεων για τα φαρμακευτικά φυτά είναι το βιβλίο του Διοσκουρίδη Περί ύλης ιατρικής. Γράφτηκε ανάμεσα στο 60 και το 78 μ.Χ. Ο Διοσκουρίδης γεννήθηκε στην Ανάζαρβο της Κιλικίας και ταξίδεψε σε πολλές χώρες -κατά μία, όχι βεβαιωμένη, εκδοχή, ως γιατρός στα ρωμαϊκά στρατεύματα- και είχε την ευκαιρία να γνωρίσει από κοντά πολλά φαρμακευτικά φυτά και τις χρή­σεις τους σε διάφορους λαούς και περιοχές.

Η σημασία του έργου του Διοσκουρίδη έγκειται τόσο στον όγκο των γνώσεων που περιέχει όσο και στην επίδραση που άσκησε στους περισσότερους κατοπινούς συγγραφείς μέχρι την Αναγέννηση, αλλά και αργότερα.7 Την ίδια εποχή με το έργο του Διοσκουρίδη γράφεται το Naturalis historia του Πλίνιου (23-79 μ.Χ.), μια εγκυκλοπαίδεια που φιλοδοξεί να περιέχει όλα όσα ήσαν γνωστά σχετικά με τη φύση. Στο έργο αυτό περιλαμβάνονται και πολλά για τη θεραπευτική χρήση φυτών (και άλλων φυ­σικών προϊόντων).8
Η τελική συστηματοποίηση των γνώσεων σχετικά με τα φάρμακα (όπως και όλου του σώματος γνώσεων της αρχαίας ελληνικής ιατρικής) γίνεται με τον Γαληνό (129­199/200 ή 216/217 μ.Χ.). Ο Γαληνός γεννήθηκε στην Πέργαμο της Μ. Ασίας, σπούδασε ιατρική εν μέρει στην Αλεξάνδρεια (το σημαντικότερο τότε κέντρο ελληνικής ιατρικής, επιστήμης και φιλοσοφίας) και χρημάτισε προσωπικός γιατρός των αυτοκρατόρων Μάρκου Αυρήλιου και Κόμμοδου. Σχετικά με τα φάρμακα, τα έργα του Γαληνού ενσωματώνουν πολλά στοιχεία από τον Διοσκουρίδη και από άλλους συγγραφείς.

Η προέλευση των γνώσεων για τα φάρμακα
Οι γνώσεις σχετικά με τα φάρμακα που περιέχονται στα αρχαιοελληνικά κείμενα επεκτείνονται σε πολλές λεπτομέρειες: τρόπος συλλογής των φυτών (ακόμα κατάλληλη εποχή, ενδεχομένως και ώρα της ημέρας), τρόπος διατήρησης, τρόποι παρασκευής, δοσολογία, καταστάσεις για τις οποίες είναι κατάλληλο το κάθε φάρμακο κ.λπ. Είναι φανερό (από αναφορές των συγγραφέων και από συγκρίσεις των κειμένων) ότι πολλές από τις πληροφορίες που αναφέρει ένας συγγραφέας προέρχονται από παλαιοτέρους του.
Ο Γαληνός π.χ. έχει πάρει πολλά στοιχεία από τον Διοσκουρίδη και άλλους, ο Διοσκουρίδης από παλαιοτέρους του και από τη λαϊκή ιατρική διαφόρων περιοχών κ.ο.κ. Το γεγονός, όμως, αυτό δεν μας διαφωτίζει και πολύ, γιατί παραμένει αναπάντητο το πώς είχαν αποκτήσει τις γνώσεις αυτές οι παλαιότεροι. Μια πρόχειρη απάντηση είναι ότι οι γνώσεις αυτές αποκτήθηκαν αρχικά με τυχαίες παρατηρήσεις ή τυχαίες δοκιμές. Μια τέτοια απάντηση, όμως, δεν είναι καθόλου ικανοποιητική. Είναι εξαιρετικά προβληματικό να δεχθεί κανείς ότι όλο το σώμα των σχετικών γνώσεων αποκτήθηκε με «συσσώρευση» τέτοιων τυχαίων παρατηρήσεων ή δοκιμών.

Πολλά από τα φάρμακα αυτά είναι θεραπευτικά μόνο σε συγκεκριμένες δόσεις ή συγκεκριμένες συνθήκες παρασκευής και χορήγησης (συνθήκες που περιγράφονται, πολλές φορές, με μεγάλη ακρίβεια στα αρχαία κείμενα), ενώ σε άλλες συνθήκες μπορεί να είναι αδρανή ή τοξικά. Άλλοτε πάλι τα φάρμακα αυτά πρέπει να λαμβάνονται για μεγάλο χρονικό διάστημα πριν εμφανιστούν θεραπευτικά αποτελέσματα. Αυτό που μπορεί να προσφέρει μια τυχαία παρατήρηση είναι μάλλον να οδηγήσει σε κάποια τροποποίηση, συμπλήρωση κ.λπ. μιας γνώσης που ήδη υπάρχει. Με άλλα λόγια: για να προχωρήσει κανείς σε γνώσεις σχετικά με τα φάρμακα πρέπει να ξεκινήσει από (και να στηριχθεί σε) ήδη δομημένες γνώσεις.

Μια τέτοια παρατήρηση μας οδηγεί στις πιο πρώιμες (ή πρωτόγονες) φάσεις ενός πολιτισμού, στις οποίες, όπως είναι γνωστό, οι άνθρωποι χρησιμοποιούσαν ήδη ένα μεγάλο φάσμα φαρμάκων. Όπως παρατηρεί ο R. Schmitz:9 «Στον άνθρωπο των προϊστορικών εποχών ή των πρωτόγονων πολιτισμών εκδηλώνονται κάποια έμφυτα ένστικτα που αναπτύσσονται τόσο περισσότερο, όσο λιγότερο οι δραστηριότητές του κατευθύνονται από συνειδητή, συστηματική σκέψη. Όπως συμβαίνει με το υγιές ζώο, έτσι και ο υγιής άνθρωπος αναζητούσε τη φυτική, ζωική ή ορυκτή τροφή του και έβρισκε ασυνείδητα αυτό το οποίο χρειαζόταν το σώμα του, ενώ απέφευγε εκείνο που θα τον έβλαπτε. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στην περίπτωση μιας αρρώστιας, στην οποία ο οργανισμός αναζητά εκείνο που του είναι απαραίτητο για να ανακτήσει την υγεία του».10

Φάρμακα για την αποκατάσταση της «ισορροπίας» των χυμών και των ποιοτήτων
Οι αντιλήψεις της ιπποκρατικής ιατρικής (καθώς και άλλων ιατρικών συστημάτων που αναπτύχθηκαν αργότερα) για τη λειτουργία του ανθρώπινου οργανισμού, την υγεία, την αρρώστια και τη θεραπεία διαφέρουν ριζικά από αυτές που επικρατούν στη σημερινή ιατρική.11 Βασικό ρόλο στην ιπποκρατική ιατρική παίζουν τα τέσσερα στοιχεία της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας (γη, νερό, αέρας, φωτιά), οι τέσσερις βασικές «ποιότητες» (θερμό, ψυχρό, υγρό, ξηρό) και οι τέσσερις χυμοί (αίμα, φλέγμα, κίτρινη χολή, μαύρη χολή).

Στην ιπποκρατική ιατρική (κάπως σχηματικά) υγεία σημαίνει «ισορροπία» («ισονομία») των χυμών ή άλλων «συστατικών» του ανθρώπου, ενώ η αρρώστια προκαλείται από υπερβολική «κυριαρχία» («μοναρχία») ενός χυμού ή «συστατικού».12 Παρόλο που οι αρχές της φαρμακευτικής θεραπευτικής δεν διατυπώνονται με σαφήνεια σε κανένα έργο της Ιπποκρατικής Συλλογής (και μολονότι υπάρχουν αρκετές διαφορές ανάμεσα στα έργα αυτά) μπορούμε να πούμε (πάλι αρκετά σχηματικά) ότι ο ρόλος των φαρμάκων είναι, σε μεγάλο βαθμό, να επαναφέρουν την «ισορροπία» των χυμών – κι αυτό γίνεται συνήθως με αρκετά βίαιο τρόπο, προκαλώντας εμετούς ή κενώσεις (διάρροιες).
Δηλαδή μεγάλο μέρος από τα φάρμακα που αναφέρονται στην Ιπποκρατική Συλλογή είναι εμετικά ή καθαρτικά.13 Η επικινδυνότητα κάποιων από τα φάρμακα αυτά ήταν βέβαια γνωστή στους Ιπποκρατικούς: «Σπασμός ἐξ ἐλλεβόρου, θανάσι-μον».14 Η ηπιότερη πλευρά της ιπποκρατικής θεραπευτικής αντιστοιχούσε στη δίαιτα (βλ. πιο κάτω). Στα έργα του Γαληνού ακολουθούνται γενικά οι ίδιες θεραπευτικές αρχές – εδώ διατυπωμένες με σαφήνεια και συγκροτημένες πάνω σε θεωρητικές βάσεις. Επιπλέον, ο Γαληνός αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στις «ποιότητες» που αναφέραμε παραπάνω.

Μια αρρώστια π.χ. μπορεί να είναι «ψυχρή» και «υγρή». Τότε πρέπει να δοθεί ένα φάρμακο «θερμό» και «ξηρό» (αρχή της «θεραπείας διά των αντιθέτων») – και μάλιστα, όσο περισσότερο «ψυχρή» είναι, για παράδειγμα, η αρρώστια, τόσο περισσότερο «θερμό» πρέπει να είναι το φάρμακο.15 Ο γιατρός πρέπει επομένως να μπορεί να αναγνωρίζει τις «ποιότητες» της αρρώστιας και να γνωρίζει εκείνες του κάθε φαρμάκου.16

Οι «δυνάμεις» των φαρμάκων
Βασικό στοιχείο στην περιγραφή των ιδιοτήτων των φαρμάκων από τον Διοσκουρίδη είναι η έννοια «δύναμις». Ο Διοσκουρίδης αποδίδει σε κάθε φάρμακο κάποιες «δυνά­μεις». Ο κρόκος, π.χ., έχει «δύναμιν […] πεπτικήν, μαλακτικήν, υποστύφουσαν, ουρητικήν».17 Ο άγνος ή λύγος (λυγαριά) έχει «δύναμιν [.] θερμαντικήν, μαλακτικήν, ο δε καρπός αυτής πινόμενος βοηθεί θηριοδήκτους».18 Στο ίδιο έργο αναφέρονται πολλές άλλες δυνάμεις φαρμά­κων, είτε με το όνομά τους (δύναμις θερμαντική, ψυκτική, ξηραντική, λεπτυντική, μαλακτική, στυπτική, πυρωτική, υπνοποιός, δακρυοποιός, σαρκωτική, πεπτική, αμβλυντι-κή δριμέων φαρμάκων κ.λπ.), είτε με το αποτέλεσμα που επιφέρουν (καθαίρει πάχη και χολάς, άγει έμμηνα, πλη­ροί έλκη, ούρα κινεί, βοηθεί σκορπιοπλήκτοις, έλμινθα πλατείαν εκβάλλει, λίθους φθείρει, φλεγμονήν πραΰνει, τον στόμαχον αμβλύνει, εμέτους κινεί, φλεγμονάς ιάται, αλωπεκίας θεραπεύει, ψύχει, λύει κεφαλαλγίας κ.λπ.).

Γενικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι «δύναμις» είναι η ικανότητα ενός φαρμάκου να προκαλεί κάτι (οτιδήποτε) στον ανθρώπινο οργανισμό.
Όπως προκύπτει κι από τα παραδείγματα που δώσαμε, «δύναμις» είναι και το ότι ένα φάρμακο μπορεί να μεταβάλλει κάποιες «ποιότητες», να είναι π.χ. θερμαντικό ή ψυκτικό, ή να προκαλεί εμετό ή κένωση – και μάλιστα να απομακρύνει (με εμετό ή κένω­ση) ένα συγκεκριμένο χυμό, αποκαθιστώντας έτσι την «ισορροπία». Αλλά η έννοια της «δύναμης» δεν περιλαμβάνει βέβαια μόνο αυτά.
Στην πραγματικότητα, η έννοια αυτή σχετίζεται με όρους, όπως «σθένος», «ισχύς» κ.λπ. και περίπου με ό, τι εννοούμε και σήμερα με τέτοιους όρους: το φάρμακο είναι «δυνατό», «ισχυρό», είναι «δυνατότερο» από την αρρώστια και μπορεί να την κατανικήσει.19 Η «δύναμη» ενός φαρμάκου υπενθυμίζει αυτά που αναφέρονται στις λαϊκές γνώσεις για τα φάρμακα («αυτό το φάρμακο είναι καλό για την τάδε αρρώστια», «εκείνο ανακουφίζει από τον πονοκέφαλο» κ.ο.κ.), ενώ, από την άλλη μεριά, μπορεί να συνδέεται και με «μυθικές» αντιλήψεις για τα φάρμακα (όπως τις συναντάμε, π.χ., στα ομηρικά έπη). Έτσι έχει μια αξιοσημείωτη «οικουμενικότητα» και διαχρονικότητα, κάτι που επιβεβαιώνεται από τη διατήρησή του στην ιστορία των φαρμάκων. Παρόλο που ο όρος αυτός υπάρχει και πριν από τον Διοσκουρίδη (π.χ. στα ιπποκρατικά κείμενα), με τον Διοσκουρίδη καθιερώνεται οριστικά στη φαρμακευτική βιβλιογραφία, και ακόμη περισσότερο όταν υιοθετείται από τον Γαληνό.20

Φάρμακα, «δίαιτα» και η «θεραπευτική δύναμη της φύσης»
Στην ιπποκρατική ιατρική τα φάρμακα δεν αποτελούν το κύριο θεραπευτικό μέσο. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι αποτελούν λύση έσχατης ανάγκης. Η ιπποκρατική θεραπευτική είναι, κατά κύριο λόγο, διαιτητική – διαιτητική με την ευρύτερη έννοια της λέξης: ο όρος «δίαιτα» δεν αναφέρεται εδώ μόνο στο τι τρώει και πίνει κανείς, αλλά σε όλο τον τρόπο ζωής του.
Η διατροφή βέβαια του αρρώστου παίζει σημαντικό ρό­λο. Στα έργα της Ιπποκρατικής Συλλογής δίνονται λεπτομερείς οδηγίες για τις τροφές και τα ποτά που πρέπει να καταναλώνει ο άρρωστος (κι αυτά που πρέπει να αποφεύγει), για την ποσότητά τους, τον τρόπο παρασκευές τους κ.λπ. Μια κατάλληλη τροφή (ή ένα ποτό) μπορεί να ενισχύσει την «κυριαρχία» ενός χυμού ή μιας ποιότητας – ή, αντίθετα, να τη μειώσει ή να την αποτρέψει. Και εδώ ο γιατρός οφείλει να γνωρίζει αυτές τις επιδράσεις των τροφών.21 Αλλά οι χυμοί και οι ποιότητες επηρεάζονται και από άλλες πλευρές του τρόπου ζωής. Έτσι δίνονται λεπτομερείς οδηγίες για την ποσότητα και το είδος της κίνησης και της άσκησης, για λουτρά και πλύσεις, για τη σεξουαλική δραστηριότητα, για αλλαγή κλίματος και τόπου διαμονής κ.λπ. Ανάλογες οδηγίες δίνονται και στους υγιείς για τη διατήρηση της υγείας τους – εξάλλου η ιπποκρατική ιατρική είναι, σε μεγάλο βαθμό, προληπτική.

Με τα παραπάνω συνδέεται και η ιδέα που ονομάστηκε θεραπευτική δύναμη της φύσης. «Φύση» εδώ σημαίνει τη «φύση» κάθε ανθρώπου, την «ουσία», τη «σύστασή» του, τις δυνάμεις που δρουν μέσα του. Σύμφωνα με την ιδέα αυτή το βασικό έργο της θεραπείας επιτελεί η «φύση» του αρρώστου, ενώ αυτά που καθορίζει ή ενεργεί ο γιατρός (τα φάρμακα, η δίαιτα, χειρουργικές επεμβάσεις κ.λπ.) απλά διευκολύνουν ή υποβοηθούν το έργο της «φύσης». Το θέμα αυτό επανέρχεται πολλές φορές στα ιπποκρατικά κείμενα: «Νούσων φύσιες ἰητροί. [… ] εὐπαίδευτος ἡ φύσις ἑκοῦσα οὐ μαθοῦσα τά δέοντα ποι­εῖ».22 Με βάση την αντίληψη αυτή, η ιπποκρατική ιατρική χαρακτηρίζεται συχνά από επιφυλακτικότητα και στάση αναμονής, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για χορήγηση φαρμάκων ή για αφαιμάξεις.

Στον Γαληνό ισχύουν γενικά οι ίδιες αρχές: «καί γάρ αἱ φύσεις, ὡς αὐτός [Ιπποκράτης] που γράφει, τῶν νό­σων εἰσίν ἰατροί. Εἰ μέν ἐπί σωτηρία τοῦ ζώου πάντα πράττει, εὔλογόν ἐστι καί τοῦτο, τάς νόσους ἐκείνην πρώτην ἰᾶσθαι, ἤ πολλούς ἱδρῶτας χεάσασαν, ἤ δι’ οὔρων ἤ διά γαστρός ἤ δι’ ἐμέτων κενώσασαν τούς λυποῦντας χυμούς».23 Η θεραπευτική του όμως είναι γενι­κά περισσότερο επεμβατική: χρησιμοποιεί συχνότερα και με πολύ λιγότερο δισταγμό φάρμακα και αφαιμάξεις.

Η συνέχεια
Οι αντιλήψεις και οι γνώσεις των αρχαίων Ελλήνων για τα φάρμακα (και γενικότερα για την ιατρική) έμελλε να κυριαρχήσουν για πολλούς αιώνες, όχι μόνο στον ελληνόφωνο κόσμο, αλλά και σε όλη τη Δύση. Τα έργα του Διοσκουρίδη και του Γαληνού μεταφράστηκαν γρήγορα στα λατινικά και ήσαν ανάμεσα στα πρώτα έργα που τυπώθηκαν μετά την εισαγωγή της τυπογραφίας. Η θεραπευτική αυτή, όσο κι αν φαντάζει σήμερα μακρινή και ξένη σε σύγκριση με τις σημερινές ιατρικές αντιλήψεις, στην πραγματικότητα παρέμενε ζωντανή (και, σε μεγάλο βαθμό, κυρίαρχη) ακόμη και τον 17ο και τον 18ο αιώνα.
Τα φάρμακα και οι θεραπείες αυτές παραμερίστηκαν, από τον 19ο αιώνα, με την επικράτηση της σύγχρονης ιατρικής και την ανάπτυξη των νέων χημικών φαρμάκων. Τις τελευταίες όμως δεκαετίες, όπως είναι γνωστό, πολλοί άνθρωποι στις ανεπτυγμένες χώρες προτιμούν πάλι να χρησιμοποιούν, σε πολλές περιπτώσεις, φυσικά προϊόντα, κυρίως φυτικά, επεξεργασμένα με απλούς τρόπους, αντί για τα χημικά φάρμακα του εμπορίου. Με κάποια έννοια, θα μπορούσε να μιλήσει κανείς για αναβίωση των αρχαίων ελληνικών φαρμάκων.24


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1 «Καί ὁ παῖς ἐξελθών καί συχνόν χρόνον διατρίψας ἧκεν ἄγων τόν μέλλοντα δώσειν τό φάρμακον, ἐν κύλικι φέροντα τετριμμένον» Πλάτ. Φαίδων 117a, 5-7.
2 Διάσημο ορυκτό φάρμακο ήταν η Λημνία γη, ένα είδος χώματος από τη Λήμνο που ζυμωνόταν με νερό, διαμορφωνόταν σε μικρά τεμάχια τα οποία σφραγίζονταν με τη σφραγίδα της Πολιτείας της Λήμνου και, αφού ξηραίνονταν, εξάγονταν σε πολλά μέρη του τότε γνωστού κόσμου.
3 Ιλ. Ε 900-904 (μτφρ. Ν. Καζαντζάκη / Ι.Θ. Κακριδή).
4 Σ’ ένα τέτοιο πλαίσιο δεν είναι εύκολο -ούτε έχει πολλή σημασία- να προσπαθήσει κανείς να διευκρινίσει σε ποιο βαθμό τέτοιες περιγραφές αντιστοιχούν σε πραγματικά γεγονότα ή έχουν μάλλον χαρακτήρα συμβολικό.
5 Δεν θα αποπειραθούμε να εξετάσουμε εδώ εκτενέστερα τι συνέβαινε πραγματικά στα Ασκληπιεία. Οι σχετικές περιγραφές από την αρχαιότητα είναι φανερό ότι είναι φορτισμένες από τις θρησκευτικές αντιλήψεις, ιδιαίτερα μέσα στην ατμόσφαιρα δέους σχετικά με την αρρώστια, το θάνατο και την προσδοκία παρέμβασης του θείου (ή, μερικές φορές, και από την αντίδραση σε τέτοιες αντιλήψεις). Από την άλλη μεριά, οι σημερινές συζητήσεις γύρω από το θέμα σκιάζονται συνήθως από τις θετικιστικές προκαταλήψεις της πλειονότητας των επιστημόνων, ακόμα και σε τομείς όπως η ιστορία και η αρχαιολογία. Για περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με τις θεραπείες στα Ασκληπιεία, βλ. Α. Krug, Αρχαία ιατρική. Επιστημονική και θρησκευτική ιατρική στην αρχαιότητα, μτφρ. Ε.Π. Μανακίδου / Θ. Σκαρτζής, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 1997, σ. 123-184.
6 Άλλοι που αναφέρονται ως συγγραφείς σχετικών βιβλίων μετά τον Θεόφραστο (εκτός από τον Κρατεύα) είναι ο Ανδρέας, ο Νίκανδρος, ο Sixtius Niger, ο Διόδοτος, ο Ηρακλείδης κ.ά.
7 Για το Περί ύλης ιατρικής μπορούν να ανιχνευθούν με σχετική βεβαιό­τητα περίπου 30 εκδόσεις χειρογράφων. Μια εξαιρετική έκδοση με θαυμάσια εικονογράφηση είναι αυτή που βρίσκεται σήμερα στη βιβλιο­θήκη της Βιέννης, γνωστή με το όνομα Codex Vindobodensis. Γράφτη­κε (και εικονογραφήθηκε) το 512 μ.Χ. και δωρίθηκε στη πατρικία Ιουλιάνα Ανικία από τους κατοίκους του προαστίου Ονωράτα της Κωνστα­ντινούπολης.
8 Ο Πλίνιος ήταν βέβαια Ρωμαίος και το έργο είναι γραμμένο στα λατινικά. Όμως στην περίοδο αυτή δεν είναι εύκολο να γίνει διάκριση ανάμεσα σε ελληνική και ρωμαϊκή ιατρική. Κάτι που διαφοροποιεί το έργο του Πλίνιου από εκείνο του συγχρόνου του Διοσκουρίδη είναι ότι το πρώτο περιέχει πολύ περισσότερα από αυτά που θα λέγαμε ότι ανή­κουν στους χώρους της μαγείας και της δεισιδαιμονίας.
9 Στο βιβλίο του Geschichte der Pharmazie, 1, GoviVerlag, Eschborn 1998, που αποτελεί το πλέον σύγχρονο και περιεκτικό σύγγραμμα για την ιστορία των φαρμάκων.
10 Στο ίδιο, σ. 3
11 Βλ. Γ. Χριστιανίδης / Δ. Διαλέτης / Γ. Παπαδόπουλος / Κ. Γαβρόγλου, Οι επιστήμες στην αρχαία Ελλάδα, στο Βυζάντιο και στον Νεώτερο Ελληνισμό, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Πάτρα 2000, σ. 221-236.
12 Περισσότερα για τις θεωρητικές βάσεις της αρχαίας ελληνικής ιατρικής βλ. στο ίδιο και V. Nutton, Ancient Medicine, Routledge, London / New York 2004.
13 Παρόμοιο στόχο («απομάκρυνση» και μείωση της «κυριαρχίας» ενός χυμού) εξυπηρετούσαν και οι αφαιμάξεις, ένα επίσης διαδεδομένο θεραπευτικό μέσο.
14 Ιππ. Αφορισμοί V, 1.
15 Στη γαληνική ιατρική η ποιότητα μιας αρρώστιας (ή ενός φαρμάκου) χαρακτηρίζεται από ένα βαθμό με τιμή από το 1 μέχρι το 4. Ένα φάρμακο π.χ. θερμό στο βαθμό 4 είναι το περισσότερο θερμό που μπορεί να υπάρξει.
16 Σχετικά με τις ποιότητες των φαρμάκων, μερικές φορές είναι αρκετά εύκολο να τις μαντέψει (ή να τις κατανοήσει ή να τις αποδεχθεί) κανείς: το καυτερό πιπέρι π.χ. είναι θερμό – και μάλιστα στο μέγιστο βαθμό. Σε άλλες όμως περιπτώσεις τα πράγματα δεν είναι τόσο κατανοητά.
17 Διοσκ. Περί ύλης ιατρικής Α, 26.
18 Διοσκ. Περί ύλης ιατρικής Α, 103.
19 Επιπλέον αυτός ο όρος αποφεύγει μια προσχώρηση σε κάποια «ιατρική Σχολή» ή σε κάποιο συγκεκριμένο θεωρητικό σύστημα, ενώ μπορεί να ενσωματώσει ιδέες από τέτοιες σχολές ή συστήματα.
20 Αξίζει να σημειωθεί ότι ένα από τα σημαντικότερα πανεπιστημιακά συγγράμματα της νεότερης Ελλάδας, η Φαρμακολογία του Θεοδ. Αφεντούλη (πρώτη έκδοση 1875) έχει ως υπότιτλο: Περί φύσεως και δυνάμεως και χρήσεως των φαρμάκων.
21 Από τα δημητριακά π.χ., που αποτελούσαν βασικές τροφές για τους αρχαίους Έλληνες, τα ιπποκρατικά κείμενα θεωρούν ότι το σιτάρι είναι «θερμό», ενώ το κριθάρι είναι «ψυχρό». Έτσι, ανάλογα με την περίπτωση, άλλοτε έπρεπε να παίρνει ο άρρωστος σιταρένιο ψωμί (ή χυλό) και άλλοτε κριθαρένιο. Σε μια αδρή προσέγγιση, το καλοκαίρι είναι προτι­μότερο το κριθάρι, ενώ το χειμώνα το σιτάρι.
22 Ιππ. Επιδημίαι 6.5, 1.
23 Γαλ. Εις το Ιπποκράτους, Περί τροφής ΙΙΙ, 14.
24 Η χρήση αυτών των φυσικών φαρμάκων βασίζεται και σήμερα κυρίως σε γνώσεις και αντιλήψεις που έρχονται από το παρελθόν, εν πολλοίς από την αρχαία Ελλάδα. Ένα σημαντικό εμπόδιο, όμως, για μια πιο συστηματική και επιτυχή (ή αποτελεσματική) χρήση αυτών των φαρμάκων σήμερα είναι το γεγονός ότι οι σημερινοί άνθρωποι (γιατροί, θεραπευτές, ακόμη και αυτοί που λειτουργούν στο πλαίσιο των λεγόμενων «εναλλακτικών θεραπειών») βρίσκονται μακριά από την αρχαία ελληνική θεραπευτική (με τις διάφορες παραλλαγές της) και δεν είναι, στις περισσότερες περιπτώσεις, καθόλου εύκολο να κατανοήσουν σε βάθος τη «λογική» της χρήσης αυτών των φαρμάκων. Αυτό πάλι που προτείνεται συχνά από τη σύγχρονη ακαδημαϊκή ιατρική, να ελέγχεται δηλαδή η θεραπευτική αξία των φαρμάκων αυτών πειραματικά με βάση τις μεθόδους της σύγχρονης ιατρικής, προσκρούει στο γεγονός ότι οι σύγχρονες αυτές μέθοδοι ελέγχου έχουν αναπτυχθεί στο πλαίσιο των αντιλήψεων της σύγχρονης ιατρικής – και για τις δικές της ανάγκες. Η χρήση τους για την εκτίμηση παραδοσιακών θεραπειών (γενικότερα: θεραπειών που ανάγονται σ’ ένα διαφορετικό «παράδειγμα») είναι προβληματική και αμφίβολης αξίας. Από την άλλη μεριά, δεν είναι επιτρεπτό να θεωρούνται τέτοιες παραδοσιακές θεραπείες, εξαρχής (όπως γίνεται συχνά), αναποτελεσματικές, ανάξιες λόγου ή απορριπτέες. Πρέπει, όμως, να συνειδητοποιεί κανείς τις δυσκολίες για μια ικανοποιητική εφαρμογή τους.

Η απολογία του Σωκράτη προτού πιει το κώνειο


Γεννήθηκε και έζησε στην Αθήνα από το 470 π.Χ. έως το 399 π.Χ. Ήταν γιος του Σωφρονίσκου και της Φαιναρέτης από το δήμο της Αλωπεκής. Ο Έλληνας Αθηναίος φιλόσοφος, θεωρείται μία από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες του ελληνικού και παγκόσμιου πνεύματος και πολιτισμού και ένας από τους ιδρυτές της Δυτικής φιλοσοφίας.

Ο Σωκράτης είχε έναν πολυάριθμο κύκλο πιστών φίλων, κυρίως νέων απ’ όλη την Ελλάδα. Ορισμένοι από αυτούς έγιναν γνωστοί ως ιδρυτές φιλοσοφικών σχολών διαφόρων κατευθύνσεων. Οι γνωστότεροι ήταν ο Πλάτωνας και ο Αντισθένης στην Αθήνα, ο Ευκλείδης στα Μέγαρα, ο Φαίδωνας στην Ηλεία και ο Αρίστιππος στην Κυρήνη.

Οι πληροφορίες για τη ζωή του Σωκράτη είναι ποικίλες και διάφοροι αξιόλογοι συγγραφείς ασχολήθηκαν μαζί του. Έτσι, ο Πορφύριος μας πληροφορεί ότι ο Σωκράτης, όπως συνηθιζόταν στην αρχαία Αθήνα, ασχολήθηκε αρχικά με τη γλυπτική τέχνη, το επάγγελμα του πατέρα του, ο οποίος ήταν λιθοξόος, πριν το εγκαταλείψει «χάριν της παιδείας», όπως έγραψε αργότερα, ο Λουκιανός.
Στα 17 του χρόνια γνώρισε το φιλόσοφο Αρχέλαο, που του μετέδωσε το πάθος για τη φιλοσοφία και τον έπεισε να αφιερωθεί σ’ αυτήν. Ο ίδιος δήλωνε συχνά ότι άκουγε μέσα του μία φωνή που τον εμπόδιζε να πράττει ότι δεν ήταν σωστό, την οποία φωνή ονόμαζε «δαιμόνιο».
Στις φιλοσοφικές του έρευνες τον παρακολουθούσαν πολλοί, ιδιαίτερα νέοι, που ένιωθαν ευχαρίστηση ακούγοντας τον να μιλάει και να συζητάει για θέματα κοινωνικά, πολιτικά, ηθικά και θρησκευτικά. Έτσι σχηματίστηκε γύρω του ένας όμιλος, που δεν αποτελούσε όμως σχολή, γιατί ο Σωκράτης δεν δίδαξε συστηματικά, αλλά διαλεγόταν σε κάθε σημείο της πόλης, με ανθρώπους κάθε κοινωνικής τάξης και σε αντίθεση με τους σοφιστές δεν έπαιρνε χρήματα από τους μαθητές του.

Το 399 π.Χ. διατυπώθηκε εναντίον του κατηγορία για ασέβεια προς τους θεούς και για διαφθορά των νέων. Ο φιλόσοφος καταδικάστηκε, με βάση την κατηγορία, σε θάνατο. Ως σκοπιμότητα της κατηγορίας θεωρήθηκε η διδασκαλία του, η οποία επιδρούσε στους νέους, και με τον φιλελευθερισμό που τον διέκρινε, θεωρήθηκε ανατρεπτικός. Ουσιαστικό κίνητρο, όμως, υπήρξε η αντιζηλία του με σημαντικούς άνδρες της εποχής.
Στη διάρκεια της δίκης ο Σωκράτης έδειξε θάρρος και δεν κατάφερε να τον βγάλει από τη θεϊκή του αταραξία. Μετά την καταδίκη του παρέμεινε στο δεσμωτήριο 30 μέρες, γιατί ο νόμος απαγόρευε την εκτέλεση της θανατικής ποινής πριν από την επιστροφή του ιερού πλοίου από τις γιορτές της Δήλου. Από τον διάλογο του Πλάτωνα "Κρίτων" μαθαίνουμε ότι ο Σωκράτης θα μπορούσε να σωθεί, αν ήθελε, αφού οι φίλοι του είχαν τη δυνατότητα να τον βοηθήσουν να αποδράσει.

Ο Σωκράτης αρνήθηκε και, ως νομοταγής πολίτης και αληθινός φιλόσοφος, περίμενε τον θάνατο ειρηνικά και γαλήνια, και ήπιε το κώνειο, όπως πρόσταζε ο νόμος.
Ο Σωκράτης ξεκινάει την απολογία του λέγοντας ότι οι κατήγοροί του, είπαν τόσες αναλήθειες και τόσο πειστικά που λίγο ακόμα και θα έπειθαν και τον ίδιο για όλα αυτά. Οι κατήγοροι είχαν ήδη προτρέψει τους δικαστές να μην τον πιστέψουν διότι τάχα είναι δεινός ρήτορας, ο Σωκράτης όμως καταρρίπτει το επιχείρημά τους αυτό, με την απόδειξη ότι πρώτη φορά σε ηλικία εβδομήντα ετών παρουσιάζεται μπροστά σε δικαστήριο, οπότε είναι και εντελώς ξένος ως προς την γλώσσα που χρησιμοποιείται εκεί.

Στην συνέχεια ο Σωκράτης ενημερώνει τους δικαστές ότι υπάρχουν δύο ειδών κατήγοροι, οι πρόσφατοι Άνυτος, Μέλητος και Λύκωνας και οι παλαιότεροι.
"Το κατηγορητήριο λοιπόν λέει”, συνεχίζει ο Σωκράτης, «ότι αυτός ερευνά με περιττό ζήλο τα φαινόμενα που συμβαίνουν κάτω από την γη και στον ουρανό, τα άδικα τα κάνει να φαίνονται δίκαια και όλα αυτά τα διδάσκει στους άλλους". Ο Σωκράτης καλεί όλους τους παρευρισκόμενους να πουν αν ποτέ τον άκουσαν να λέει κάτι από τα παραπάνω, όπως και το αν ποτέ πήρε χρήματα για την διδασκαλία του, όπως κάνουν πολλοί άλλοι, όχι κακώς. Κανείς δεν επιβεβαίωσε κάτι τέτοιο.
Ο Σωκράτης λοιπόν αφού έδωσε εικόνα για την αιτία των πρώτων κατηγόρων συνεχίζει στην εξέταση των προσφάτων κατηγόρων ξεκινώντας από τον Μέλητο.
Ο Σωκράτης ξεκινάει επιθετικά λέγοντας ότι ένοχος είναι ο Μέλητος επειδή σέρνει σε δικαστήρια ανθρώπους προσποιούμενος ότι ενδιαφέρεται και φροντίζει για πράγματα που ποτέ δεν νοιάστηκε. Με τις ερωτήσεις του προτρέπει τον Μέλητο να επιδείξει ποιοι είναι αυτοί που ωφελούν τους νέους.

Ο Μέλητος απαντάει ότι είναι οι όλοι οι δικαστές, οι ακροατές, οι βουλευτές, τα μέλη της εκκλησίας του δήμου, οι εκκλησιαστές κτλ.
«Δηλαδή όλοι εκτός από εμένα έτσι;» ρωτάει ο Σωκράτης, «έτσι ακριβώς» απαντάει ο Μέλητος. Τότε ο Σωκράτης του λέει ότι «είναι δυνατόν στα άλογα οι πολλοί να τα εκπαιδεύουν και οι λίγοι δηλαδή οι ιπποκόμοι να τα διαφθείρουν; μάλλον το αντίθετο συμβαίνει…έτσι θα ήταν πολύ ευτυχισμένοι οι νέοι αν μόνο ένας υπήρχε να τους διαφθείρει και όλοι οι υπόλοιποι να τους ωφελούσαν».

Ο Άνυτος υποστήριξε μπρος στους δικαστές (εκ των υστέρων και εκ του ασφαλούς) ότι είτε από την αρχή δεν θα έπρεπε καθόλου να δικαστεί ο Σωκράτης είτε αφού ξεκίνησε η δίκη δεν γίνεται να μην καταδικαστεί εις θάνατον, διότι αν δεν καταδικάσουν τον Σωκράτη αυτός μετά θα καταστρέψει τα παιδιά τους και τους ίδιους με τις φιλοσοφίες του.
Στην συνέχεια ο Σωκράτης κάνει λόγο για το γνωστό «Σωκρατικό Δαιμόνιο» (στο οποίο στάθηκε ο Πλούταρχος με το βιβλίο του “Περί Σωκράτους Δαιμόνιον” ) εξηγώντας τον λόγο για τον οποίο δεν ασχολήθηκε ποτέ με την πολιτική.
«Ίσως σας φαίνεται παράξενο που ενώ τριγυρνάω ανάμεσα σας και σας συμβουλεύω, ποτέ δεν ανέβηκα στο βήμα μιλώντας στο πλήθος να συμβουλέψω την πόλη. Αιτία αυτού είναι εκείνο που πολλές φορές σε πολλά μέρη με έχετε ακούσει να λέω, ότι δηλ μέσα μου κάτι θεϊκό και δαιμόνιο, μια φωνή. Αυτή η φωνή υπάρχει από τότε που ήμουν παιδί, που πάντα την ακούω η οποία με αποτρέπει από κάτι που πρόκειται να κάνω αλλά ποτέ δεν με προτρέπει σε τίποτα. Αυτή λοιπόν με αποτρέπει να ασχοληθώ με την πολιτική, και ξέρετε καλά ότι αν είχα ασχοληθεί με την πολιτική από καιρό θα είχα αφανισθεί και ούτε εσάς θα είχα ωφελήσει ούτε και τον εαυτό μου».

Στην συνέχεια ο Σωκράτης περνάει στο σημείο της κατηγορίας περί των θεών. Καταρρίπτει την κατηγορία του άθεου εφόσον η ίδια η κατηγορία είναι ότι διδάσκει και φέρνει καινούριες θεότητες, οπότε δεν μπορεί να είναι άθεος. Και ενώ ο Μέλητος επιμένει στην κατηγορία ότι δεν πιστεύει σε θεούς, ο Σωκράτης απαντά ότι είναι δυνατόν να κατηγορείται για αθεΐα την στιγμή που εισάγει νέους θεούς;
Εδώ τελειώνει το πρώτο μέρος της απολογίας, το δικαστήριο αποφασίζει ότι είναι ένοχος με τριάντα ψήφους διαφορά, οπότε θα πρέπει να περάσει σε δευτερολογία για να επιχειρηματολογήσει επάνω στο φλέγον ζήτημα της ποινής που θα του επιβληθεί.
«Όντας βέβαιος ότι δεν έχω αδικήσει κανέναν, δεν πρόκειται φυσικά να αδικήσω τον εαυτό μου» συνεχίζει ο Σωκράτης.

Οι δικαστές όμως τον καταδίκασαν εις θάνατον και ο Σωκράτης κάνει τον επίλογό του.
Μετά ο Σωκράτης απευθύνεται σε αυτούς που έριξαν αθωωτική βουλή φανερώνοντας τους ότι η συνηθισμένη μαντική ικανότητα του δαιμονίου που του εμφανιζόταν πολύ συχνά, και που ακόμα για απλά πράγματα τον εμπόδιζε αν ήταν να πράξει κάτι που δεν ήταν σωστό, αυτή την φορά δεν τον εμπόδισε να μην πει αυτά που είπε στο δικαστήριο. Όπως λοιπόν φαίνεται ήταν γι αυτόν καλό.
Τέλος τους παροτρύνει να πιστέψουν ότι η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει για τον καλόν άνθρωπο κανένα κακό, ούτε όταν ζει ούτε όταν πεθαίνει, και ότι δεν αμελούν οι θεοί να φροντίζουν για τις υποθέσεις τους.

Ο Σωκράτης κλείνει την απολογία του με τα εξής λόγια:
«Αλλά τώρα είναι ώρα να φύγουμε, εγώ για να πεθάνω και σεις για να ζήσετε…Ποιοι από μας πηγαίνουν σε καλύτερο πράγμα είναι άγνωστο σε όλους εκτός από τον θεό».



Το Θερινό Ηλιοστάσιο και η σημασία του στην Ελληνική Εθνική Θρησκεία


Τα δύο Ηλιοστάσια (Θερινό και Χειμερινό) και οι δύο Ισημερίες (Εαρινή και Φθινοπωρινή) είναι οι ιδιαίτερες ημέρες του «ενιαυτού», δηλαδή του ετήσιου κύκλου, που σηματοδοτούν την αφετηρία των ισάριθμων εποχών.
Ως αφετηριακά σημεία του κάθε τεταρτημορίου του «ενιαυτού», η κάθε μία τους έχει ιδιαίτερη σημασία, αλλά και θρησκευτική διάσταση σε κάθε φυσική Θρησκεία που δέχεται την κυκλικότητα του χρόνου και την αντανάκλαση των θείων αληθειών στα απλά και απτά πράγματα της εκδηλωμένης Φύσης.
Η ημέρα του Θερινού Ηλιοστασίου εγκαινιάζει το καλοκαίρι και ταυτόχρονα είναι η μεγαλύτερη όλου του χρόνου σε ότι αφορά το χρονικό διάστημα από την ανατολή του ηλίου μέχρι την δύση του.

Μετά από αυτήν, το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα γίνεται ολοένα και μικρότερο, μέχρι την Φθινοπωρινή Ισημερία, που, όπως και στην αντίστοιχη Εαρινή, το φως μοιράζεται ισόποσα με το σκοτάδι τις ώρες του 24ώρου.
Η Ελληνική Εθνική Θρησκεία, όπως άλλωστε και η Ρωμαϊκή, δεν εόρταζε κατά την αρχαιότητα τα Ηλιοστάσια (εκ του «ήλιος» και «ίσταμαι») και τις Ισημερίες ως τέτοια, αλλά έθετε επάνω τους διάφορες εορτές που σχετίζονταν άμεσα με την θρησκευτική σημασία τους, όπως λ.χ. τα «Σ(τ)επτήρια» Δελφών, τα «Αρρηφόρια» Αθηνών (όπου η Θεά Αθηνά ετιμάτο ως καρποδότις), τα «Υακίνθεια» Ρόδου, τα «Λύκεια» Βοσπόρου, κ.ά. (για το Θερινό Ηλιοστάσιο).

Σήμερα ωστόσο, η Ελληνική Εθνική Θρησκεία, που, στην μακραίωνα διαδρομή της μέχρι σήμερα ποτέ δεν εγκλωβίστηκε σε φωτογραφική επαναφορά παρελθόντων δεδομένων αλλά είναι ζώσα, οργανική και πάντοτε σύμφωνη με την εκάστοτε εποχή της, εορτάζει από τον 16ο αιώνα κι εντεύθεν κανονικά τις 4 αυτές σημαντικές στιγμές του «ενιαυτού», και από τις αρχές του 21ου αιώνος τιμά επίσης τις Αρετές της «Ευκοινωνησίας» κι «Ευσυναλλαξίας», άμεσα συνδεδεμένες με την ηλιακή διαύγεια, τον Θεό Απόλλωνα και τον κυρίαρχο Θεό του μηνός Ερμή.

Στο πνευματικό επίπεδο, το Θερινό Ηλιοστάσιο σημαίνει το απόγειο της συνειδητότητας μέσα στον Άνθρωπο (καθίσταται δηλαδή αυτός αυτόφωτος και αυτάρκης), την διαύγεια και «ηλιοποίηση» της συνείδησης, την επανένωση του ανώτερου εαυτού με την (θεϊκή) προέλευσή του.
Στο μορφικό επίπεδο, το Θερινό Ηλιοστάσιο (αφετηρία του «ενιαυτού» για τις περισσότερες ιωνικές πόλεις) σημαίνει την αφθονία, την παροχή από τον χθόνιο κόσμο του Πλούτωνος, της Δήμητρος και της Περσεφόνης προς τον υφήλιο κόσμο των ζωντανών, τον θρίαμβο του «Γεωργίου» Ηλίου και του Θεού Απόλλωνος που δοξάζεται ως «αυξητής», «κάρπιμος», «σιτάλκας» κ.ά.

Αντίθετα από το Χειμερινό Ηλιοστάσιο, όπου ο «Ήλιος των νεκρών» («Δημήτριος») μεταφέρει δυναμικά ζωή στον κόσμο των φαινομενικά νεκρών και προετοιμάζει την επανάνθιση, στο Θερινό Ηλιοστάσιο, ο «Ήλιος των ζώντων» («Γεώργιος») δίνει αυτά που έχει να δώσει και παραχωρεί θέση στην βαθμιαία μείωση (φθίση) των πραγμάτων που θα γίνει εμφανής από την Ισημερία που ακολουθεί.

Ανακάλυψαν μικροτεχνολογία στη Μινωική Κρήτη


Την ανάπτυξη της μικροτεχνολογίας κατά τη Μυκηναϊκή περίοδο σε τέτοιο βαθμό, ώστε να αποτυπώνονται σύμβολα σε επιφάνειες μεγέθους φακής, κατέδειξε η μελέτη ενός μικρού ειδωλίου, του μοναδικού που έχει βρεθεί έως σήμερα με χαραγμένα πάνω του σύμβολα της Γραμμικής Β’. Πρόκειται για ένα χάλκινο μικρό ταυροειδές ειδώλιο, που φυλάσσεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Ηρακλείου και τοποθετείται χρονικά στη Μυκηναϊκή περίοδο. Το ειδώλιο ανακαλύφθηκε το 1903 στην Αγία Τριάδα, κοντά στην πλατεία των ιερών (Piazzale dei Sacelli).

Το 2010 η τότε διευθύντρια του Μουσείου, Αθανασία Κάντα, προχώρησε σε ευρεία εξέταση και ψηφιακή αποτύπωση παλαιών ευρημάτων με σκοπό τη μουσειολογική μελέτη για την επανέκθεση του Μουσείου και προχώρησε σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Ηλεκτρονικής Δομής και Λέιζερ του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας με στόχο την φωτογράφηση με πολυφασματική ανάλυση του μικρού ειδωλίου.
Το ειδώλιο έχει ύψος 4,6 εκατοστά και συνολικό μήκος σώματος 6,5 εκατοστά. Στη μέση του μετώπου του ταυροειδούς και σε μια κοιλότητα με διάμετρο μόλις 3,4 χιλιοστά παρατηρείται χρυσός δίσκος, που κάνει το ειδώλιο να ξεχωρίζει από άλλα παρόμοια που έχουν βρεθεί στην Κρήτη. Στη χρυσή αυτή επιφάνεια του ειδωλίου, μεγέθους όσο μία φακή, παρατηρήθηκαν χαραγμένα δυο σύμβολα γραφής Γραμμικής Β“ από πιθανόν τέσσερα που υπήρχαν συνολικά.

Ο λόγος που διακρίνονται μόλις τα δύο σύμβολα είναι ότι σε κάποια φάση υπήρξε μια προσπάθεια καθαρισμού της χρυσής επιφάνειας για να γυαλισθεί ο χρυσός δίσκος, προσπάθεια που είχε ως αποτέλεσμα την εξάλειψη των δυο σημείων. Αυτό πιθανό να οφείλεται σε διαδικασίες συντήρησης στις πρώτες ημέρες της Κρητικής αρχαιολογίας. Η λέξη που πιθανόν έχει γραφτεί είναι «τιμαήεις»(τι-μα-Fη-Fεις) και είναι πιθανόν σχετική με το αφιερωματικό ειδώλιο. Στον Όμηρο υπάρχει ο τύπος τιμήεις και τιμήεσσα δηλώνοντας τον αξιότιμο, τον σεβαστό ή το πολύτιμο «χρυσό δώρο». Το ερώτημα που προέκυψε για τους ερευνητές είναι με ποια τεχνολογία μπορούσαν τον 14ο αιώνα π.Χ. να αποτυπώσουν σε επιφάνεια μεγέθους όσο μία φακή τέσσερα συλλαβικά σύμβολα της Γραμμικής Β’.

Ο τρόπος γραφής στη μικρή χρυσή επιφάνεια τεσσάρων συλλαβικών συμβόλων δείχνει μεγάλη επιδεξιότητα. Αυτή η πραγματικά μικροσκοπική καταγραφή ακολουθεί την μικρογραφική παράδοση που είναι εμφανής στη σφραγιδογλυφία.
Σημειώνεται ότι παρόμοια τεχνολογία γραφής έχει παρατηρηθεί σε μια ασημένια περόνη από τον θολωτό τάφο 2 στο Φουρνί των Αρχανών, Μινωικής περιόδου, όπου τα ύψη των μικρότερων συλλαβογραμμάτων είναι 2,0 χιλιοστά. Στην περίπτωση, όμως, του ειδωλίου τα συλλαβογράμματα είναι ακόμη μικρότερα, μόλις 1,4 χιλιοστά. Το πλάτος τους είναι μόλις 0,2 χιλιοστά, ενώ το πάχος χάραξης των γραμμών των συλλαβογραμμάτων είναι περίπου 0,01-0,025 χιλιοστά.
Όπως επισημαίνει στο ΑΜΠΕ ο ερευνητής Αιγαιακών Γραφών, δρ. Μηνάς Τσικριτσής, «Mε την πολυφασματική ανάλυση φωτογράφησης μπορέσαμε να δούμε και το τρίτο συλλαβόγραμμα με αξία Fe. Tα προαναφερθέντα στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι ο χαράκτης των συμβόλων σίγουρα χρησιμοποίησε ισχυρό μεγεθυντικό φακό. Το δεύτερο ενδιαφέρον ερώτημα που δημιουργείται είναι τι είδους βελόνα χάραξης, ή σμίλης, χρησιμοποιήθηκε που θα μπορούσε να χαράξει σε πάχος γραμμής 0.01 του χιλιοστού».


«Τα ίχνη ανάπτυξης αυτής της μικροτεχνολογίας, που είναι μοναδική στον τότε κόσμο, όπως και η ύπαρξη του Μινωικού υπολογιστή πρόβλεψης εκλείψεων του Παλαικάστρου, είναι σημαντικά ευρήματα που μας προβληματίζουν και πιθανόν επιβεβαιώνουν την κατάκτηση γνώσεων και πολλαπλών δεξιοτήτων στο Κρητομυκηναϊκό Πολιτισμό», προσθέτει ο κ. Τσικριτσής.
Ενδιαφέρον αποτελεί και το γεγονός ότι η επιγραφή αυτή πρέπει να θεωρηθεί η πρώτη της Γραμμικής Β” που βρέθηκε σε χρυσό αφιέρωμα. Οι επιγραφές σε χαλκό, ασήμι και χρυσό είναι συνηθισμένες μόνο σε Γραμμική Α’. Παρά τα χιλιάδες κείμενα που έχουν λογιστικό, εμπορικό και διοικητικό χαρακτήρα στη Γραμμική Β’, δεν είχαν βρεθεί έως τώρα κείμενα σε αφιερώματα μεταλλικά.
Πηγή: ΑΠΕ/ΜΠΕ, Μαρία Κουζινοπούλου.














Τι αναζητούσε ο Μέγας Αλέξανδρος στην Φυλακή της Ερήμου;


Έχουν ειπωθεί πολλά για την εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου συνολικά και πιο ειδικά για το τμήμα της εκείνο που έλαβε χώρα στην κεντρική Ασία. Πιο συγκεκριμένα αυτό το τμήμα που πραγματοποιήθηκε στην έρημο της Τάκλα Μακάν!

Ποιος ήταν ο πραγματικός στόχος του όταν τόλμησε να διασχίσει μια από τις σκληρότερες ερήμους του πλανήτη (κατά πολλούς η σκληρότερη). Τι ήταν αυτό που τον οδήγησε να υπερνικήσει όλα τα εμπόδια και να αψηφήσει τις πλέον αντίξοες συνθήκες, για να κάνει αυτή τη διαδρομή;
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι ήταν μια τρέλα και μια προσπάθεια να αποδείξει την στρατιωτική του αξία. Μα αυτό το είχε κάνει ήδη κάνει πάρα πολλές φορές, μία ακόμα δεν θα του προσέφερε τίποτα! Οπότε το ερώτημα για την αιτία που τον οδήγησε σε αυτό το εγχείρημα παραμένει αναπάντητο; ή μήπως όχι;

Πριν προχωρήσουμε στη διερεύνηση του πραγματικού σκοπού αυτής της εκστρατείας, ας μιλήσουμε λίγο….για την φύση της συγκεκριμένης ερήμου.

Η έρημος Τάκλα Μακάν βρίσκεται στην αυτόνομη κινέζικη επαρχία Σινκιάνγκ – 0υιγούρ. Στο βορρά φτάνει μέχρι τον ποταμό Ταρίμ, στους πρόποδες της οροσειράς Τιεν Σαν και στο νότο μέχρι τα βουνά Κουνλούν.

Αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα ψυχρής ερήμου καθώς δέχεται πολύ ψυχρές αέριες μάζες από τη Σιβηρία, οι οποίες κατεβάζουν τη θερμοκρασία σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Μερικές φορές φτάνουν σε τιμές κάτω των -20οC. Εξαιτίας της θέσης της, ακριβώς στην καρδιά της Ασίας και των χιλιάδων χιλιομέτρων απόστασης από οποιαδήποτε πηγή νερού, παρουσιάζει πολύ ψυχρές νύχτες ακόμα και το καλοκαίρι. Δηλαδή είναι ουσιαστικά αδιάβατη για οποιονδήποτε άνθρωπο!
Αυτή είναι η πραγματικότητα για την έρημο της Τάκλα Μακάν και φυσικά είναι ιδιαίτερα σκληρή! Άρα ήταν λογικό για έναν τόσο ευφυή στρατηλάτη να οδηγήσει το στρατό του να αντιμετωπίσει τέτοιες αντίξοες συνθήκες, αν δεν υπήρχε ένας ανώτερος σκοπός; Αν δεν είχε εντολή από κάπου για να εκτελέσει μια τέτοια αποστολή, θα το έκανε; Προφανώς και όχι!


Ποια όμως μπορεί να ήταν η αποστολή που ίσως είχε ο Μέγας Στρατηλάτης και οδηγήθηκε στις πράξεις αυτές και αντιμετώπισε τόσους κινδύνους. Ήταν μια αποστολή που ορίσθηκε κατά την διάρκεια της εκστρατείας ή είχε εκπαιδευτεί από την παιδική του ηλικία για κάποιον σκοπό. Πιστεύω, όπως και πολλοί συνέλληνες, ότι προετοιμάζονταν για έναν ιερό σκοπό! Για μια αποστολή που είχε ως τελικό στόχο τη σωτηρία του πλανήτη γη και την αποκατάσταση της τάξης και της εύρυθμης λειτουργίας πάνω σε αυτόν!

Η εκστρατεία του Μ. Αλέξανδρου στην Τάκλα Μακάν έγινε περίπου το έτος 326 π.χ. , όταν είχε ολοκληρώσει την κατάκτηση της Περσικής Αυτοκρατορίας και προχωρούσε για την κεντρική Ασία. Οι αρχαίοι συγγραφείς αναφέρουν ότι δυσκολεύτηκε ιδιαίτερα να υποτάξει τις άγριες φυλές της περιοχής και χρειάστηκε αρκετό χρόνο για να το πετύχει.

Ίσως με αυτές τις αναφορές να προσπαθούν, στην πραγματικότητα, να συγκαλύψουν το γεγονός της εκστρατείας! Βρίσκονταν τότε στη επαρχία της Βακτριανής και ακολουθώντας πορεία παράλληλη με τον Ώξο ποταμό έφθασε στα όρια της ερήμου.

Ουσιαστικά ακολούθησε την πορεία του Α΄ εκστρατευτικού σώματος του Διονύσου, ο οποίος είχε πρώτος πραγματοποιήσει μια ανάλογη εκστρατεία περίπου 2000 χρόνια πριν τον Μ. Αλέξανδρο. Πέρασε από τα ίδια δύσβατα μονοπάτια για να εισέλθει στην επαρχία Ξιν Γιάνγκ, στην οποία δεσπόζει η έρημος. Τις πληροφορίες για το γεγονός αυτό τις αντλούμε από κείμενα αρχαίων που κάνουν νύξεις για αυτά που συνέβησαν.

Επίσης αναφορές για ανθρώπους με λευκά ή πυρόξανθα μαλλιά υπάρχουν και σε κάποιους κινέζικους μύθους. Και επειδή μιλάμε για μύθους, ο μύθος πάντα κρύβει ψήγματα μιας αλήθειας πολύ παλιάς, οι αναφορές για τέτοιους ανθρώπους αφορούν αρχαιότατους χρόνους της κινέζικης ιστορίας και άρα ταιριάζουν χρονικά με την πραγματοποίηση της Διονυσιακής εκστρατείας.
Την απόδειξη ότι πραγματοποιήθηκε αυτή η εκστρατεία μας τη δίνουν σήμερα τα ευρήματα που έρχονται συνεχώς στο φως, από τις ανασκαφές που πραγματοποιούνται στην περιοχή. Οι ανασκαφικές αυτές προσπάθειες έχουν αποκαλύψει ερείπια ολόκληρων πόλεων, οι οποίες είναι χτισμένες με αρχαίο ελληνικό ρυμοτομικό σχέδιο.

Υπάρχουν θεμέλια κτιρίων με αρχαιοελληνική κατασκευή, με εσωτερική αυλή και ιδιαίτερο χώρο για την κεντρική εστία της οικίας. Τα σημαντικότερα ευρήματα όμως δεν ήταν τα κτίρια, αλλά οι μούμιες που βρέθηκαν στους δεκάδες τάφους της περιοχής. Ήταν πάρα πολλές μούμιες ηλικίας χιλιετηρίδων, τέλεια διατηρημένες από την ξηρασία της ερήμου. Και το πιο παράδοξο…οι μούμιες δεν έμοιαζαν με κινέζους!
Τα μουμιοποιημένα σώματα ανήκαν σε ψηλούς, κοκκινομάλληδες και με ανοιχτόχρωμα μάτια. Προφανώς δεν ήταν κινέζοι οι νεκροί! Οι πιο παλιές ανάγονταν στον 19ο – 18ο αιώνα π.χ. και οι πιο πρόσφατες γύρω στον 4ο αιώνα π.χ..


Ανάμεσα στα σώματα βρίσκονταν και ένα μωρό, το οποίο στη θέση των ματιών του είχε γαλάζιες πέτρες και κάποιες γυναίκες που φορούσαν μυτερά καπέλα όπως οι Αμαζόνες. Ποιοι ήταν τελικά αυτοί οι άνθρωποι και πως διαβιούσαν σε μια τόσο άνυδρη περιοχή; Το δεύτερο ερώτημα απαντάτε με βάση γεωλογικές παρατηρήσεις, οι οποίες εξηγούν την πιθανότητα η έρημος να ήταν κάποτε εύφορη κοιλάδα, λόγω της υψομετρικής διαφοράς από το επίπεδο της θάλασσας. Οι άνθρωποι όμως;
Τα πορίσματα των ερευνών του DNA απέδειξαν ότι οι μούμιες δεν ανήκουν σε κινέζους ή σε κάποιον άλλο λαό της περιοχής ( όπως οι Ουιγούροι Τούρκοι). Έδειξαν ότι προέρχονται από ανθρώπους της αρχαίας Σκυθίας ή της Ανατολικής Μεσογείου.
Όμως εδώ υπάρχει και ένα άλλο στοιχείο που καταδεικνύει την ελληνικότητα των ευρημάτων (αποκλείοντας με αυτόν τον τρόπο Σκύθες και άλλους λαούς της Α. Μεσογείου) και άρα το πέρασμα του Μ Αλεξάνδρου από εκεί. Οι αρχαιολόγοι αναφέρουν ότι σχέδια των ρούχων των νεκρών έχουν αρχαιοελληνικά μοτίβα.

Ιδιαίτερα ένα εγχάρακτο σύμβολο σε ένα τάφο, είναι το αρχαιοελληνικό σύμβολο της σβάστικας. Μήπως είναι αλήθεια το πέρασμα των Ελλήνων από εκείνη την περιοχή και αν ναι, τότε τι αναζητούσαν σε μια τέτοια έρημο;



Η ύπαρξη πόλεων με ελληνική αρχιτεκτονική και περισσότερο η ανακάλυψη των νεκρών με τα ελληνικά στοιχεία αποδεικνύουν ότι δεν πέρασαν απλώς οι Έλληνες από εκεί, αλλά πραγματοποίησαν μόνιμη εγκατάσταση.

Ποιος ο λόγος μιας τέτοιας πράξης σε εκείνη την περιοχή, αν δεν υπάρχει συγκεκριμένος σκοπός και συγκεκριμένος ρόλος που θα πρέπει να παίξουν αυτοί που θα εγκαθίσταντο εκεί; Μήπως τελικά οι πόλεις αυτές ήταν φρούρια και φυλάκια και οι άνθρωποι φύλακες κάποιου μυστικού. Ποιο ήταν αυτό το μυστικό που οδήγησε τον Μεγάλο Στρατηλάτη να πραγματοποιήσει αυτό το σκέλος της εκστρατείας του;

Τα ερωτήματα αυτά μας οδηγούν πίσω στην σχολή της Μιέζας και τις διδασκαλίες του Αριστοτέλη προς τον διάσημο μαθητή του! Αναρωτιέμαι τι ακριβώς πληροφορίες του μετέφερε για τις παλιές εκστρατείες των Ελλήνων και το τι έψαχνε τότε ο Διόνυσος. Τι του είπε για τα μυστικά που έκρυβε η έρημος και ποιες οδηγίες του έδωσε για να φτάσει εκεί. Επίσης πρέπει να του έδωσε οδηγίες για το τι έπρεπε να κάνει όταν θα έφτανε εκεί και αυτό εξηγείται εύκολα με την ύπαρξη των πόλεων-φυλακίων.
Είναι σίγουρο ότι του ανέφερε για την εκστρατεία του Διονύσου και του πρότεινε αυτή τη διαδρομή ως πιο ασφαλή για να προσεγγίσει την έρημο. Η εκστρατεία του Διονύσου μπορεί να αποδειχθεί ( σε πείσμα όσων μελετητών τη θεωρούν φαντασίας γέννημα) από την ύπαρξη νεκρών με ηλικία σχεδόν 4000 χρόνων, ανάμεσα στις μούμιες που ανακαλύφθηκαν στην Τάκλα Μακάν.

Η ηλικία τους πλησιάζει αυτή της χρονολογίας που αναφέρεται από την αρχαία γραμματεία ως η δόκιμη για την εκστρατεία του Διονύσου. Οπότε ένα πρώτο συμπέρασμα που μπορεί να εξαχθεί από τα παραπάνω στοιχεία, είναι ότι ο Μ. Αλέξανδρος επιχείρησε αυτό το κομμάτι της εκστρατείας του για να επιθεωρήσει τα έργα που άφησε ο Διόνυσος και να τα ενισχύσει με δικά του όπου υπήρχε ανάγκη.

Το πιο δύσκολο σημείο είναι ο εντοπισμός της αιτίας για την δημιουργία αυτών των έργων. Ποια ανάγκη οδήγησε να χτιστούν πόλεις στη μέση της ερήμου και να επανδρωθούν από ικανό προσωπικό, έτοιμο να δώσει μάχες!

Θα είναι δύσκολο να μάθουμε τι ακριβώς προστάτευαν αυτοί οι φύλακες ή τι ακριβώς εμπόδιζαν να διαφύγει από αυτή την περιοχή. Είναι λογικό να σκεφτεί κάποιος ότι μια τόσο σκληρή περιοχή, στην οποία φτιάχνει κάποιος φυλάκια-φρούρια, παίζει το ρόλο ενός τύπου φυλακής και έχει μέσα της πολύ ιδιαίτερους/επικίνδυνους κρατούμενους.



Τι όμως έκρυβε μέσα της αυτή η φυλακή της ερήμου; Εμείς μπορεί ποτέ να μην το μάθουμε με βεβαιότητα, αλλά ο Αριστοτέλης το είχε πει σίγουρα στον Μ. Αλέξανδρο και αυτό του έδωσε την καταπληκτική ορμή που επέδειξε κατά την διάρκεια της εκστρατείας του.
Γίνεται φανερό, λοιπόν, ότι η έρημος Τάκλα Μακάν κρύβει πολλά και επικίνδυνα μυστικά! Τα στοιχεία που έρχονται στο φως αποκαλύπτουν ιστορικά γεγονότα που φαίνονται ικανά να ανατρέψουν θεμελιωμένες θέσεις για την ιστορία της περιοχής και ίσως την παγκόσμια ιστορία!

Εκστρατείες και εγκαταστάσεις πληθυσμών σε εποχές παλαιότερες από ότι πιστεύονταν μέχρι τώρα και οι οποίες έγιναν από λαούς με υψηλό πνευματικό επίπεδο. Λαούς που δεν είχαν σχέση στην εμφάνιση με τους ιθαγενείς και ούτε στα ήθη και έθιμα τους! Και τέλος κεντρικό σημείο σε όλα αυτά είναι οι Έλληνες και οι ενέργειες τους, με αρχηγό τον Μέγα Αλέξανδρο και τον Διόνυσο!

Πηγη sahiel.g


Λουκιανός ΑΛΗΘΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑ (Α΄ΜΕΡΟΣ)

ΑΛΗΘΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑ (Α΄ΜΕΡΟΣ)- Λουκιανός

Χαρακτηρίστηκε , ως το πρώτο έργο  επιστημονικής φαντασίας, της ανθρωπότητας και γράφτηκε τον 2ο μ. Χ αι.

H διάθεση του Λουκιανού είναι σατιρική και περιπαικτική, απέναντι στους διάφορους συγγράφοντες , που ανενδοίαστα τερατολογούν, παρουσιάζοντας ανύπαρκτες ιστορίες , ως αληθινές. Μιά απίστευτη πλοκή, που περιλαμβάνει τα πάντα. Από διαστρικό πόλεμο, μέχρι ταξίδι στην κοιλιά ενός κήτους. Ο πνευματώδης Λουκιανός , μές απ΄τα βάθη των αιώνων, μας κλείνει πονηρά , το μάτι και μας λέει “Προσοχή, κυκλοφορούν πάντα , κάποιοι δήθεν ιστορικοί, δήθεν φιλόσοφοι, δήθεν πολιτικοί, δήθεν ήρωες, που σας σερβίρουν, απίστευτες μπούρδες”. Μάθετε να ξεχωρίζετε την αλήθεια από το ψέμμα.
Kαθώς οι αθληταί και εν γένει οι καταγινόμενοι εις τας σωματικάς ασκήσεις δεν φροντίζουν μόνον διά τας ασκήσεις και την ευεξίαν των, αλλά και διά την έγκαιρον ανάπαυσίν των — την θεωρούν δε ως το σπουδαιότερον μέρος της σωμασκίας — και όσοι καταγίνονται εις μελέτας νομίζω ότι, αφού κουρασθούν εις την ανάγνωσιν των σοβαρωτέρων έργων, πρέπει ν’ ανακουφίζουν το πνεύμα των και να το καθιστούν ακμαιότερον διά τον μετέπειτα κόπον. Θα γίνεται δε όπως πρέπει αυτή η ανάπαυσις, αν περιορίζωνται εις τα αναγνώσματα τα οποία διά της χάριτος και της ευθυμίας των όχι μόνον ελαφράν ψυχαγωγίαν παρέχουν, αλλά και ιδέας ευγενείς διεγείρουν• μου επιτρέπεται δε, νομίζω, να έχω τοιαύτην ιδέαν και περί των συγγραμμάτων μου τούτων. Διότι όχι μόνον το παράξενον της υποθέσεως και του σκοπού το αστείον και παιγνιώδες θα τους τέρψη, ουδέ διότι ψεύματα διάφορα με πιθανότητα και αληθοφάνειαν κατεσκευάσαμεν, αλλά και διότι έκαστον εκ των ούτω ιστορουμένων υπονοεί και διακωμωδεί τινα από τα πολλά τερατώδη και μυθώδη, τα οποία έγραψαν μερικοί από τους αρχαίους ποιητάς, ιστορικούς και φιλοσόφους, τους οποίους και με τα ονόματά των θα ηδυνάμην ν’ αναφέρω, εάν εκ της αναγνώσεως δεν εμαντεύοντο.

Ο Κτησίας Κτησιόχου ο Κνίδιος έγραψε περί της χώρας των Ινδών και των κατοίκων πράγματα, τα οποία ούτε ο ίδιος είδεν, ούτε από άλλον ήκουσε διηγούμενα. {1} Έγραψε δε και ο Ιαμβούλος {2} περί του ωκεανού πολλά παράδοξα• αλλ’ αν και το ψεύδος του δεν κρύπτεται, από την διήγησίν του όμως δεν λείπει η τέρψις. Πολλοί άλλοι, τα όμοια προτιμήσαντες, περιέγραψαν δήθεν περιηγήσεις και ταξείδιά των, εις τα οποία μας παρουσιάζουν υπερμεγέθη θηρία και ανθρώπους αγρίους και ήθη παράξενα. Αρχηγόν δε και διδάσκαλον εις τας τοιαύτας τερατολογίας έχουν τον Ομηρικόν Οδυσσέα, όταν διηγήται εις τα ανάκτορα του Αλκινόου την δουλείαν των ανέμων και ομιλή περί μονοφθάλμων ωμοφάγων και αγρίων ανθρώπων, προσέτι δε περί ζώων πολυκεφάλων και μεταμορφώσεώς των συντρόφων του διά μαγειών και περί άλλων πολλών τοιούτων, με τα οποία εκίνησε τον θαυμασμόν των αφελών και ευπίστων Φαιάκων. Όταν λοιπόν ανέγνωσα τας διηγήσεις όλων τούτων δεν τους κατέκρινα πολύ διά το ψεύδος, διότι έβλεπα ότι ήδη και οι επαγγελλόμενοι τον φιλόσοφον το μετεχειρίζοντο με πολλήν ελευθερίαν αλλ’ εθαύμαζα πώς επίστευον ότι τα ψεύδη των θα διέφευγαν την αντίληψιν των αναγνωστών. Διά τούτο και εγώ θέλων από κενοδοξίαν ν’ αφήσω κάτι εις τας επερχομένας γενεάς, διά να μη μείνω μόνος αμέτοχος εις την ελευθερίαν της διηγήσεως μύθων, μη έχων δε και τίποτε αληθές να εξιστορήσω — διότι δεν μου συνέβη τίποτε αξιοσημείωτον —- κατέφυγα εις το ψεύδος με περισσοτέραν από τους άλλους ευθύτητα• διότι λέγω τουλάχιστον μίαν αλήθειαν, ότι θα ψευσθώ. Ούτω δε πιστεύω ότι θ’ αποφύγω και την κατηγορίαν των άλλων, αφού ο ίδιος ομολογώ ότι δεν λέγω τίποτε αληθές. Γράφω λοιπόν περί πραγμάτων, τα οποία ούτε είδα, ούτε έπαθα, ούτε παρ’ άλλων έμαθα και τα οποία προσέτι ούτε ποτέ υπήρξαν, ούτε και ηδύναντο να συμβούν,  διό και συνιστώ εις όσους θα ταναγνώσουν να μη τα πιστεύσουν κατ’ ουδένα τρόπον.



Ηράκλειες στήλες, Γιβραλτάρ
Μίαν φοράν απέπλευσα από τας Ηρακλείους στήλας και βοηθούμενος υπό ουρίου ανέμου επροχώρησα εις τον Εσπέριον ωκεανόν.{3} Ο λόγος δε και ο σκοπός του ταξειδίου μου ήτον η περιέργεια και ο πόθος να γνωρίσω νέα πράγματα και να μάθω που τελειώνει ο ωκεανός και τίνος είδους άνθρωποι κατοικούν πέραν αυτού. Διά τούτο επήρα εις το πλοίον τρόφιμα πολλά και νερόν αρκετόν, παρέλαβα δε και πεντήκοντα φίλους και ομηλίκους, έχοντας τους αυτούς πόθους• προσέτι επρομηθεύθην πολυάριθμα όπλα, διά της υποσχέσεως δε μεγάλου μισθού ευρήκα ένα άριστον κυβερνήτην και το πλοίον, το οποίον ήτον ελαφρόν σκάφος, επεσκεύασα, ώστε ν’ αντέχη εις μακρόν και επικίνδυνον ταξείδιον.

Επί μίαν ημέραν και μίαν νύκτα επλέαμεν με τόσο μικράν ταχύτητα, ώστε η γη διεκρίνετο ακόμη εις τον ορίζοντα• αλλά την επομένην, κατά την ανατολήν του ηλίου, και ο άνεμος ήρχισε να δυναμώνη και κύματα υψώθησαν μεγάλα και σκότος έγινε και ουδέ να συστείλωμεν τα ιστία ήτο δυνατόν. Αφεθέντες λοιπόν εις την διάκρισιν του ανέμου και των ρευμάτων, επαλαίαμεν επί εβδομήκοντα εννέα ημέρας με την τρικυμίαν• την ογδοηκοστήν δε έξαφνα έλαμψεν ο ήλιος και βλέπομεν εις όχι μεγάλην απόστασιν νήσον υψηλήν και δασώδη, εις την οποίαν η προσέγγισις δεν ήτο δύσκολος, διότι ήδη η τρικυμία κατά πολύ είχε κοπάσει. Προσεγγίσαντες λοιπόν εξήλθαμεν και ένεκα των μακρών κακοπαθειών εμείναμεν επί πολύ ξαπλωμένοι κατά γης• έπειτα εσηκωθήκαμεν και διηρέθημεν ούτως ώστε τριάκοντα μεν εξ ημών έμειναν να φυλάττουν το πλοίον, είκοσι δε και εγώ ανέβημεν να κατασκοπεύσωμεν την νήσον.


Αφού δ’ επροχωρήσαμεν διά μέσου δάσους έως τρία στάδια από της παραλίας, βλέπομεν μίαν στήλην από χαλκόν επί της οποίας επιγραφή με γράμματα Ελληνικά, τα οποία είχον ημιεξαλειφθή και μόλις διεκρίνοντο, έλεγεν• «έως εδώ έφθασαν ο Ηρακλής και ο Διόνυσος». Εφαίνοντο και δύο ίχνη πλησίον επί μεγάλης πέτρας, εκ των οποίων το μεν είχεν έκτασιν ενός στρέμματος, το δε μικροτέραν• υποθέτω δε ότι το μεν μικρότερον ήτο του Διονύσου, το άλλο δε του Ηρακλέους. Αφού επροσκυνήσαμεν, επροχωρήσαμεν• μετ’ ολίγον δε εφθάσαμεν εις ποταμόν, όστις έρρεεν οίνον, ομοιότατον μάλιστα με τον Χιακόν. Ήτο δε τόσον πολύ και άφθονον το ρεύμα, ώστε είς τινα μέρη ηδύνατο και πλοία να σηκώση. Βλέποντες τα σημεία ταύτα επιστεύαμεν έτι μάλλον εις τα αναφερόμενα υπό της στήλης, ότι ο Διόνυσος είχεν έλθει εις την νήσον εκείνην.
Θέλων δε να μάθω και από που επήγαζεν ο ποταμός, επροχώρησα αντιθέτως προς το ρεύμα• και πηγήν μεν αυτού καμμίαν δεν ευρήκα, αλλά πολλά και μεγάλα κλήματα κατάφορτα με σταφύλια, από δε την ρίζαν εκάστου έσταζεν οίνος διαυγής κ’ εκ των σταγόνων τούτων εσχηματίζετο ο ποταμός. Ήσαν και ψάρια πολλά εις τον ποταμόν, τα οποία είχαν και το χρώμα και την γεύσιν του οίνου. Όταν επιάσαμεν κ’ εφάγαμεν απ’ αυτά τα ψάρια εμεθύσαμεν και όταν τα εσχίσαμεν τα ευρήκαμεν γεμάτα μούστον. Αλλ’ έπειτα εσκέφθημεν να ταναμιγνύωμεν με ψάρια του νερού και ούτω εμετριάζαμεν την άκρατον οινοφαγίαν.


Έπειτα επεράσαμεν τον ποταμόν, εις το μέρος όπου ήτο διαβατός, κ’ ευρήκαμεν είδος κλημάτων θαυμαστόν. Από τον κορμόν αυτών, ο οποίος ήτο παχύς και δυνατός, εξήρχοντο γυναίκες καθ’ όλα τέλειαι μέχρι των λαγόνων. Τοιουτοτρόπως ζωγραφίζουν εις την πατρίδα μας την Δάφνην, όπως μετεμορφώθη εις δένδρον διά ν’ αποφύγη τον Απόλλωνα, καθ’ ην στιγμήν ούτος επεχείρει να την συλλάβη εις την αγκάλην του. Από δε τα άκρα των δακτύλων των εφύοντο οι κλάδοι φορτωμένοι σταφυλάς. Αλλά και επί των κεφαλών των αντί κόμης είχον έλικας κλημάτων και φύλλα και σταφυλάς. Όταν επλησιάσαμεν, μας εχαιρέτων και μας εδεξιούντο• και άλλαι μεν ωμίλουν την Λυδικήν, άλλαι δε την Ινδικήν και αι περισσότεραι την Ελληνικήν γλώσσαν. Μάς έδιδον και φιλήματα, όσοι δ’ εφιλούντο ευθύς εμέθυον και εγίνοντο έξω φρενών. Δεν επέτρεπον όμως να δρέπωμεν τους καρπούς και αν επεχειρούμεν να κόψωμεν σταφύλια, ησθάνοντο πόνον κ’ εφώναζαν. Επεθύμουν δε και να έλθουν εις ερωτικήν επιμιξίαν μεθ’ ημών αλλά δύο εκ των συντρόφων μας, οίτινες τας επλησίασαν, δεν απελύοντο πλέον, αλλ’ είχον δεθή από τα αιδοία• συνεκολλήθησαν δε και συνερριζώθησαν και μετ’ ολίγον από τους δακτύλους και αυτών εφύτρωσαν κλάδοι και τους περιέπλεξαν έλικες, δεν θα εβράδυνον δε να καρποφορήσουν και αυτοί.

Τους αφήκαμεν και επιστρέψαντες εις το πλοίον διηγήθημεν εις εκείνους τους οποίους είχαμεν αφήσει εκεί όσα είδαμεν και των συντρόφων την αμπελομιξίαν. Έπειτα αφού εκάμαμεν προμήθειαν νερού και οίνου εκ του ποταμού, διενυκτερεύσαμεν εις την παραλίαν.


Την αυγήν απεπλεύσαμεν με άνεμον όχι πολύ σφοδρόν το δε μεσημέρι, όταν πλέον δεν εφαίνετο η νήσος, ενέσκηψεν αίφνης κυκλών, ο οποίος περιέστρεψε το πλοίον και το εσήκωσεν εις τον αέρα εις ύψος τριών περίπου χιλιάδων σταδίων• δεν το αφήκε δε πλέον να κατέλθη εις την θάλασσαν, αλλά μετέωρον εις το ύψος εκείνο εφέρετο υπό του ανέμου, όστις εφούσκωνε τα πανιά του.

Αφού δ’ επί οκτώ ημέρας και άλλας τόσας νύκτας αεροπορήσαμεν, την ογδόην είδαμεν εις τον αέρα μίαν γην μεγάλην, ως νήσον, σφαιροειδή και λάμπουσαν, ως να ήτο κατάφορος.

Πλησιάσαντες εις αυτήν και προσορμισθέντες, εξήλθαμεν• ευρήκαμεν δε χώραν κατοικουμένην και καλλιεργουμένην. Και την μεν ημέραν δεν εβλέπαμεν τίποτε έξω του τόπου εκείνου, άμα δ’ ενύκτωσεν εφάνησαν και άλλαι πολλαί νήσοι πλησίον, άλλαι μεγαλείτεραι και άλλαι μικρότεραι, έχουσαι το χρώμα του πυρός• κάτω δε διεκρίνετο και άλλη γη με πόλεις και ποταμούς, με θαλάσσας, δάση και όρη. Εσυμπεραίναμεν ότι αυτή ήτον η γη, εις την οποίαν κατοικούμεν.

Απεφασίσαμεν να προχωρήσωμεν εις το εσωτερικόν, αλλά καθ’ οδόν μας συνέλαβον οι λεγόμενοι Ιππόγυποι• οι δε Ιππόγυποι ούτοι είνε άνθρωποι ιππεύοντες μεγάλους γύπας και ως ίππους μεταχειριζόμενοι τα όρνεα. Διότι είνε μεγάλοι οι γύπες και ως επί το πλείστον τρικέφαλοι• θα εννοηθή δε το μέγεθός των και από την εξής σύγκρισιν• έκαστον πτερόν αυτών είνε μακρότερον και παχύτερον από ιστόν μεγάλου φορτηγού πλοίου. Εις τους Ιππογύπους τούτους έχει ανατεθή να πετούν γύρω εις την χώραν και αν συναντήσουν κανένα ξένον να τον οδηγούν προς τον βασιλέα• άμα δε συνέλαβον και ημάς μας ωδήγησαν προς αυτόν. Ο δε βασιλεύς όταν μας είδε και από τας μορφάς και την ενδυμασίαν ενόησεν, Έλληνες λοιπόν είσθε, ξένοι; μας είπε. Απηντήσαμεν καταφατικώς, αυτός δε, Πώς λοιπόν, είπε, κατωρθώσατε να περάσετε τόσον αέρα και να φθάσετε έως εδώ. Του διηγήθημεν όλην την ιστορίαν μας• τότε δε και αυτός μας διηγήθη τα δικά του, ότι και αυτός ήτο άνθρωπος, ονομαζόμενος Ενδυμίων και ανηρπάσθη από την ιδικήν μας γην ενώ εκοιμάτο, ελθών δε εδώ έγινε βασιλεύς του τόπου. Μας εξήγησεν έπειτα ότι η γη επί της οποίας ήμεθα ήτο η Σελήνη, την οποίαν βλέπομεν από την Γην.

Μας είπε να είμεθα ήσυχοι και να μη φοβούμεθα κανένα κίνδυνον και μας υπεσχέθη ότι θα μας παρείχετο παν ό,τι μας ήτο αναγκαίον. «Εάν δε, είπε, φέρω εις καλόν πέρας τον πόλεμον τον οποίον διεξάγω εναντίον των κατοικούντων εις τον ήλιον, θα περάσετε την ζωήν σας εδώ με την μεγαλειτέραν ευτυχίαν». Ηρωτήσαμεν ποίοι ήσαν οι εχθροί και ποία η αιτία του πολέμου. Ο Φαέθων, απήντησεν, ο βασιλεύς των κατοικούντων εις τον ήλιον — διότι κατοικείται και ο Ήλιος όπως και η Σελήνη—μας έχει κηρύξει προ πολλού τον πόλεμον. Και η αρχική αιτία ήτον η εξής. Συναθροίσας άλλοτε ποτέ τους πτωχοτέρους κατοίκους της χώρας μου, απεφάσισα να στείλω αποικίαν εις τον Εωσφόρον, {4} όστις είνε έρημος και εντελώς ακατοίκητος• αλλ’ ο Φαέθων καταληφθείς υπό φθόνου, ηθέλησε να εμποδίση την αποικίαν και επετέθη κατά των ημετέρων με τους ιππομύρμηκάς του εις το μεταξύ Σελήνης και Εωσφόρου διάστημα. Και τότε μεν ενικήθημεν—διότι δεν ειχαμεν ισοπάλους δυνάμεις—-και ηναγκάσθημεν να υποχωρήσωμεν• αλλά τώρα θέλω να επαναλάβω τον πόλεμον και ναποστείλω την αποικίαν. Εάν λοιπόν θέλετε, λάβετε μέρος εις την εκστρατείαν μου, θα δώσω δε εις έκαστον ένα γύπα από τους βασιλικούς και τον λοιπόν οπλισμόν. Η εκκίνησις γίνεται αύριον. Σύμφωνοι, απήντησα εγώ, ας γείνη όπως θέλης.

Εμείναμεν και εδειπνήσαμεν εις τανάκτορα• αξημέρωτα δε εξυπνήσαμεν και ετάχθημεν εις τας θέσεις μας• διότι οι κατάσκοποι ανήγγειλαν ότι οι εχθροί πλησιάζουν.

Το πλήθος του στρατεύματός μας έφθασεν εις εκατόν χιλιάδας, χωρίς να υπολογίζωνται οι σκευοφόροι, οι μηχανικοί, οι πεζοί και οι ξένοι σύμμαχοι. Εκ τούτων ογδοήκοντα χιλιάδες ήσαν οι Ιππόγυποι, είκοσι δε χιλιάδες οι ιππεύοντες λαχανόπτερα, τα οποία, επίσης είνε όρνεα τεράστια, αντί δε πτερών έχουν εις όλον το σώμα λάχανα, τα δε μακρά πτερά των πτερύγων των ομοιάζουν με φύλλα μαρουλιών. Μετά τούτους είχον ταχθή οι Κεγχροβόλοι και οι Σκορδομάχοι. Είχον δε έλθει εις επικουρίαν του Ενδυμίωνος από τα βόρεια μέρη τριάκοντα χιλιάδες Ψυλλοτοξόται και πεντήκοντα χιλιάδες Ανεμοδρόμοι. Εκ τούτων οι Ψυλλοτοξόται ιππεύουν μεγάλους ψύλλους, εξ ου και η ονομασία των• είνε δε μεγάλοι οι ψύλλοι όσον δώδεκα ελέφαντες ομού• οι δε Ανεμοδρόμοι είνε πεζοί, αλλά πετούν χωρίς πτερά κατά τον εξής τρόπον• φορούν μακρά υποκάμισα, τα οποία φουσκόνει ο άνεμος ως ιστία και ούτω τρέχουν όπως τα πλοία. Συνήθως δε οι τοιούτοι εις τας μάχας είνε πελτασταί{5}. Ελέγετο ότι θα μας ήρχοντο και από τα άστρα τα υπεράνω της Καπαδοκίας εβδομήκοντα χιλιάδες Στρουθοβάλανοι και πέντε χιλιάδες Ιππογέρανοι. Αυτούς εγώ δεν τους είδα, διότι δεν ήλθαν• διά τούτο και δεν ετόλμησα να περιγράψω πώς είνε, διότι όσα ήκουσα να λέγωνται περί αυτών ήσαν τερατώδη και απίθανα.
 

Αυτή ήτο η στρατιωτική δύναμις του Ενδυμίωνος• οπλισμόν δε είχον όλοι τον ίδιον• περικεφαλαίας από κουκιά• διότι τα κουκιά εκεί επάνω είνε μεγάλα και σκληρά• θώρακας φολιδωτούς όλους από λούμπινα• συρράπτοντες τους φλοιούς των λουμπίνων κατασκευάζουν θώρακας• διότι και οι φλοιοί των λουμπίνων είνε στερεοί και σκληροί, όπως το κέρατον. Αι ασπίδες δε και τα ξίφη των είνε όπως τα Ελληνικά. Όταν δε ήλθεν η ώρα της μάχης, παρετάχθησαν ως εξής• Το μεν δεξιόν κέρας κατέλαβον οι Ιππόγυποι και ο βασιλεύς, έχων πλησίον του τους αρίστους και ημάς μετ’ αυτών• εις δε το αριστερόν ετάχθησαν οι λαχανόπτεροι• και εις το κέντρον οι σύμμαχοι. Οι δε πεζοί, οι οποίοι ήσαν περί τα εξήκοντα εκατομμύρια, παρετάχθησαν κατά τον εξής τρόπον. Υπάρχουν εκεί αράχναι πολλαί και μεγάλαι, πολύ μεγαλείτεραι των Κυκλάδων νήσων εκάστη. Αύται διετάχθησαν να υφάνουν εις τον αέρα ιστόν, όστις να συνδέση την Σελήνην με τον Εωσφόρον. Άμα δ’ εντός ολίγου κατεσκεύασαν το πλέγμα τούτο και το επέστρωσαν, παρετάχθη επ’ αυτού το πεζικόν. Ήσαν δε αρχηγοί των πεζών ο Νυκτερίων του Ευδιάνακτος και δύο άλλοι.

Των εχθρών το αριστερόν κέρας κατείχον οι Ιππομύρμηκες, μεταξύ δε αυτών ήτο ο Φαέθων. Είνε δε οι Ιππομύρμηκες θηρία μέγιστα και πτερωτά, τα οποία ομοιάζουν προς τους δικούς μας μύρμηκας, χωρίς το μέγεθος• διότι ο μεγαλείτερος εξ αυτών είχε μέγεθος έως δύο στρεμμάτων• εμάχοντο δε όχι μόνον οι ιππεύοντες τους μύρμηκας τούτους, αλλά και αυτοί, ιδίως με τα κέρατά των. Ελέγετο ότι ούτοι ήσαν πεντήκοντα περίπου χιλιάδες. Εις το δεξιόν δε κέρας αυτών παρετάχθησαν οι Αεροκώνωπες, οι οποίοι επίσης ήσαν έως πεντήντα χιλιάδες, όλοι τοξόται ιππεύοντες μεγάλους κώνωπας• κατόπιν τούτων οι Αεροκάρδακες, οι οποίοι ήσαν πεζοί ελαφρώς ωπλισμένοι, αλλά μάχιμοι και αυτοί• διότι εκ μακράς αποστάσεως εξεσφενδόνιζον φανίδας υπερμεγέθεις, ο δε πληττόμενος δεν εσώζετο, αλλά μετ’ ολίγον απέθνησκεν εκ της δυσωδίας ήτις ανεδίδετο εκ της πληγής του• ελέγετο δε ότι έχριον τα βέλη των με δηλητήριον μολόχας. Εις συνέχειαν αυτών ετάχθησαν οι Καυλομύκητες, βαρέως ωπλισμένοι, δέκα χιλιάδες τον αριθμόν. Ωνομάσθησαν δε Καυλομύκητες, διότι είχον ασπίδας από μανιτάρια και τα δόρατά των κατεσκευάζοντο από καυλούς σπαραγγιών. Πλησίον αυτών εστάθησαν οι Κυνοβάλανοι, τους οποίους έπεμψαν προς τον Φαέθοντα οι κάτοικοι του Σειρίου, πέντε χιλιάδες και αυτοί, άνδρες σκυλοπρόσωποι, οι οποίοι εμάχοντο καθήμενοι επάνω εις βελανίδια πτερωτά. Ελέγετο δε ότι καθυστερούν εκ των συμμάχων αυτών οι σφενδονήται, τους οποίους είχον ζητήσει από τον Γαλαξίαν, και οι Νεφελοκένταυροι• και οι τελευταίοι έφθασαν όταν ήδη η μάχη είχε κριθή, που να μη έφθαναν• αλλ’ οι σφενδονήται δεν ήλθαν, διό λέγεται ότι ο Φαέθων οργισθείς επυρπόλησε κατόπιν την χώραν των. Τοιαύτη ήτο και του Φαέθοντος η δύναμις.

Όταν δε αι σημαίαι υψώθησαν και ωγκάνισαν και από τα δύο στρατεύματα οι όνοι, (διότι αυτούς μεταχειρίζονται ως σαλπιγκτάς) συνεπλάκησαν και εμάχοντο. Και το μεν αριστερόν κέρας των Ηλιωτών ευθύς ετράπη εις φυγήν, χωρίς ν’ αντιστή εις την ορμήν των Ιππογύπων• ημείς δε τους κατεδιώξαμεν φονεύοντες• το δεξιόν όμως αυτών ενίκα το δικόν μας αριστερόν και οι Αεροκώνωπες εφορμήσαντες κατεδίωξαν τους ημετέρους μέχρι της γραμμής των πεζών• αλλ’ εδώ με την βοήθειαν και τούτων οι εχθροί απεκρούσθησαν και έφυγαν, μάλιστα όταν έμαθαν ότι το αριστερόν αυτών είχε νικηθή. Η κατατρόπωσις ούτω έγινε γενική και πολλοί ηχμαλωτίζοντο, πολλοί δε και εφονεύοντο και το αίμα έρρεεν άφθονον εις τα νέφη, ώστε να βάφωνται και να φαίνωνται κόκκινα, όπως τα βλέπομεν από την Γην κατά την δύσιν του Ηλίου• πολύ δε και έσταξε κάτω εις την Γην, ώστε να σκέπτωμαι μήπως και κατά τους παλαιούς χρόνους συνέβη κάτι τοιούτον επάνω και ο Όμηρος ενόμισεν ότι ο Ζευς έβρεξεν αίμα διά τον θάνατον του Σαρπηδόνος.


Επιστρέψαντες από την καταδίωξιν, εστήσαμεν δύο τρόπαια, το μεν της πεζομαχίας επί του αραχνοπλέγματος, το δε της αερομαχίας επί των νεφών. Αλλά μετ’ ολίγον ανηγγέλθη ότι επήρχοντο οι Νεφελοκένταυροι, τους οποίους επερίμενε προ της μάχης ο Φαέθων. Και τωόντι εφάνησαν πλησιάζοντες• και ήτο το θέαμα πολύ παράδοξον, διότι ήσαν κατά το ήμισυ ίπποι πτερωτοί και κατά το άλλο ήμισυ άνθρωποι• είχον δε μέγεθος οι μεν άνθρωποι όσον ο κολοσσός της Ρόδου από του μέσου και άνω {6}οι δε ίπποι όσον φορτηγόν πλοίον εκ των μεγάλων. Δεν γράφω, τίποτε περί του πλήθους των, διά να μη φανή απίθανον• τόσον πολυάριθμοι ήσαν. Ως αρχηγόν δε είχαν τον Τοξότην του Ζωδιακού. Όταν έμαθον ότι οι φίλοι των είχον νικηθή, ειδοποίησαν τον Φαέθοντα να επαναλάβη την επίθεσιν• παραταχθέντες δε και αυτοί προς μάχην επέπεσαν κατά των Σεληνιτών, τους οποίους ευρήκαν εις αταξίαν και σκορπισμένους εις την καταδίωξιν και την λαφυραγωγίαν• και τους έτρεψαν όλους εις φυγήν, αυτόν τον βασιλέα κατεδίωξαν μέχρι της πόλεως και τα περισσότερα όρνεα κατέσφαξαν. Κατέστρεψαν και τα τρόπαια, κατέλαβαν όλην την πεδιάδα την οποίαν είχον υφάνει αι αράχναι, εμέ δε και δύο εκ των συντρόφων μου ηχμαλώτισαν. Κατέφθασε δε και ο Φαέθων και τώρα αυτοί ανήγειραν άλλα τρόπαια. Ημείς δε εδέθημεν οπισθάγκωνα με τεμάχιον αράχνης και αυθημερόν ωδηγήθημεν εις τον Ήλιον.

Οι εχθροί δεν έκριναν καλόν να πολιορκήσουν την πόλιν αλλ’ επιστρέψαντες ήρχισαν να κτίζουν τείχος εις τον μεταξύ Ηλίου και Σελήνης αέρα, το οποίον να εμποδίζη το φως του Ηλίου να φθάνη εις την Σελήνην. Ήτο δε το τείχος από νέφη• ώστε έγινεν ολική έκλειψις της Σελήνης και υπό νυκτός διηνεκούς όλη κατελήφθη. Ο δε Ενδυμίων στενοχωρηθείς εκ τούτου έστειλε πρέσβεις και παρεκάλει να κατεδαφισθή το τείχος και να μη τους αφήσουν να ζουν εις το σκότος• υπέσχετο δε να πληρώνη φόρους και σύμμαχος να είνε και ποτέ πλέον να μη πολεμήση κατά των Ηλιωτών• ήτο δε πρόθυμος να δώση και ομήρους διά ταύτα. Ο Φαέθων έκαμε δύο συμβούλια• και κατά μεν την πρώτην συζήτησιν οι νικηταί δεν ηθέλησαν να δεχθούν καμμίαν συνθηκολόγησιν και επέμειναν εις την εκδίκησιν• την επιούσαν όμως ήλλαξαν γνώμην και συνωμολογήθη ειρήνη με την εξής συνθήκην• «Οι Ηλιώται και οι σύμμαχοι συνεφώνησαν προς τους Σεληνίτας και τους συμμάχους αυτών ότι οι μεν Ηλιώται θα κατεδαφίσουν το μεταξύ Ηλίου και Σελήνης τείχος και δεν θα εισβάλουν πλέον εις την Σελήνην, θ’ αποδώσουν δε και τους αιχμαλώτους αντί ωρισμένων λύτρων• οι δε Σεληνίται ότι θ’ αφήσουν τους άλλους αστέρας αυτονόμους, να μη πολεμήσουν δε πλέον κατά των Ηλιωτών, αλλά να συμμαχούν μετ’ αυτών κατά πάσης επιδρομής. Καθ’ έκαστον έτος ο βασιλεύς των Σεληνιτών ναποστέλλη προς τον βασιλέα των Ηλιωτών ως φόρον δέκα χιλιάδας αμφορείς δρόσου και να δώση ως ομήρους εκ των υπηκόων του δεκάκις χιλίους. Την αποικίαν δε εις τον Εωσφόρον να κάμουν από κοινού και να λάβουν μέρος όσοι θέλουν. Αι συνθήκαι να χαραχθούν επί στήλης εξ ηλέκτρου, η οποία να στηθή εις τον αέρα επί των συνόρων των δύο επικρατειών. Ωρκίσθησαν δε διά την τήρησιν των συμφωνηθέντων από μέρους μεν των Ηλιωτών ο Πυρωνίδης, ο Θερίτης και ο Φλόγιος• από δε τους Σεληνίτας ο Νύκτωρ, ο Μήνιος {7} και ο Πολυλαμπής».


Ευθύς μετά την συνομολόγησιν της ειρήνης, οι Ηλιώται κατηδάφισαν το τείχος και ημάς τους αιχμαλώτους απέδοσαν.

Όταν εφθάσαμεν εις την Σελήνην μας υπεδέχθησαν και μας ησπάζοντο με δάκρυα και οι σύντροφοί μας και αυτός ο Ενδυμίων. Μας παρώτρυνε να μείνωμεν πλησίον του και να λάβωμεν μέρος εις την αποικίαν• υπέσχετο δε να μου δώση εις γάμον το παιδί του, διότι γυναίκες δεν υπάρχουν εις την Σελήνην. Αλλ’ εγώ δεν ηθέλησα να μείνω, επέμεινα δε να με γυρίση κάτω εις την θάλασσαν. Όταν δε ο Ενδυμίων είδεν ότι ήτο αδύνατον να πεισθώ, μας αφήκε ν’ αναχωρήσωμεν, αφού επί επτά ημέρας εσυμποσιάζαμεν εις τανάκτορά του.

Κατά την εν τω μεταξύ τούτω διαμονήν μου εις την Σελήνην έμαθα διάφορα αλλόκοτα και παράδοξα, τα οποία θέλω να διηγηθώ. Και πρώτον ότι οι Σεληνίται δεν γεννώνται από γυναίκας, αλλ’ από αρσενικούς• διότι μόνον αρσενικούς νυμφεύονται και αι γυναίκες ουδέ κατ’ όνομα είνε γνωσταί. Μέχρι του εικοστού πέμπτου έτους της ηλικίας του έκαστος χρησιμεύει ως γυνή, έπειτα δε λαμβάνει θέσιν ανδρός και αυτός. Κυοφορούν δε όχι εις την γαστέρα, αλλ’ εις το παχύ μέρος της κνήμης, το οποίον λέγεται γαστροκνημία• όταν γίνη η σύλληψις, φουσκώνει η κνήμη, μετά καιρόν δε την σχίζουν και εξάγουν νεκρόν το έμβρυον• αλλά το εκθέτουν με ανοικτόν το στόμα προς τον άνεμον και ούτω ζωντανεύει. Μου φαίνεται δε ότι εκ τούτου προήλθε και εις την Ελληνικήν γλώσσαν το όνομα της γαστροκνημίας.


Αλλ’ έχω και κάτι άλλο έτι παραδοξότερον να διηγηθώ. Υπάρχει μεταξύ των Σεληνιτών γένος ανθρώπων ιδιαίτερον, οι λεγόμενοι Δενδρίται, οι οποίοι γεννώνται ως εξής• κόπτουν τον δεξιόν όρχιν ανθρώπου και τον φυτεύουν εις την γην• εξ αυτού δε φυτρόνει δένδρον υψηλότατον και σαρκώδες, όμοιον με φαλλόν{8}, το οποίον έχει κλάδους και φύλλα• οι δε καρποί του είνε βελανίδια, τα οποία έχουν μέγεθος ενός πήχεος. Όταν τα βελανίδια ωριμάσουν τα τρυγούν και εξάγουν από αυτά, ως από αυγά, τους ανθρώπους. Οι δε άνθρωποι ούτοι έχουν πρόσθετα γεννητικά όργανα, οι πλούσιοι από ελεφαντοκόκκαλον, οι δε πτωχοί ξύλινα και με αυτά βατεύουν και πλησιάζουν τους συνεύνους των.

Όταν δε γηράση ο άνθρωπος δεν αποθνήσκει, αλλά διαλύεται ως καπνός και γίνεται αήρ. Τροφήν δε έχουν όλοι την ιδίαν• ανάπτουν φωτιάν και ψήνουν επί των ανθράκων βατράχους, οίτινες είνε πολυάριθμοι εις την σελήνην και πετούν εις τον αέρα. Ενώ δε οι βάτραχοι ψήνονται, κάθηνται γύρω εις την πυράν, ως περί τράπεζαν, και ροφούν τον αναδιδόμενον καπνόν. Κατ’ αυτόν τον τρόπον ευωχούνται. Ως ποτόν δε έχουν τον αέρα, όστις πιεζόμενος εις δοχείον αφήνει υγρόν τι ως δρόσον. Δεν ουρούσι δε, ούτε αφοδεύουσιν, αλλ’ ούτε είνε τρυπημένοι όπως ημείς. Η δε συνουσία δεν γίνεται όπως εις την Γην, αλλ’ εις τα κοιλώματα τα υπεράνω των γαστροκνημιών διότι εκεί έχουν οπήν.

Ωραίοι θεωρούνται μεταξύ αυτών οι φαλακροί και χωρίς μαλλιά, τους δε τρέφοντας κόμην απεχθάνονται. Επί των κομητών όμως όσοι έχουν μεγάλα μαλλιά εξ εναντίας θεωρούνται ωραίοι. Διότι είχον έλθει και μερικοί από εκεί, οι οποίοι μας διηγούντο και περί εκείνων. Έχουν και γένεια ολίγον ανωτέρω των γονάτων. Εις δε τα πόδια δεν έχουν νύχια, αλλ’ είνε όλοι μονοδάκτυλοι. Ως ουρά φυτρόνει εις το άκρον της ράχης των λάχανον, το οποίον διατηρείται πάντοτε πράσινον και δεν συντρίβεται και όταν πίπτουν ανάσκελα. Από την μύτην των εξάγουν, όταν απομύττωνται, μέλι πολύ δριμύ• όταν δε εργάζωνται ή γυμνάζωνται, ιδρόνουν καθ’ όλον το σώμα των γάλα, ούτως ώστε και τυρούς κατασκευάζουν εξ αυτού, αναμιγνύοντες εις το γάλα ολίγον μέλι. Έλαιον δε εξάγουν από τα κρομμύδια, πολύ παχύ και ευωδιάζον ως μύρον. Έχουν και πολλά αμπέλια τα οποία παράγουν νερόν• διότι αι ράγες των σταφυλών είνε ως χάλαζα• νομίζω δε ότι όταν πνέη άνεμος και συνταράσση τα κλήματα εκείνα, τότε πίπτει εδώ κάτω χάλαζα.

Οι άνθρωποι εκείνοι μεταχειρίζονται την κοιλίαν των ως σακκούλαν, εις την οποίαν θέτουν τα χρειώδη, διότι ανοίγει και κλείει κατά βούλησιν• ούτε έντερα δε, ούτε άλλα σπλάγχνα φαίνονται εντός αυτής, αλλ’ είνε από μέσα όλη τριχωτή, και οσάκις κρυόνουν τα νεογνά των κρύπτονται εις αυτήν. Το ένδυμα δε των μεν πλουσίων είνε υάλινον μαλακόν, των δε πτωχών χάλκινον υφασμένον διότι το μέταλλον τούτο είνε άφθονον εις εκείνα τα μέρη και τον κατεργάζονται αφού τον βρέξουν με νερόν, καθώς τα μαλλιά των προβάτων. Όσον διά τους οφθαλμούς των διστάζω να είπω πώς είνε, διότι φοβούμαι μήπως νομισθώ ότι ψεύδομαι• τόσον απίθανον θα φανή το πράγμα• αλλά θα το είπω και αυτό• οι οφθαλμοί των δύνανται ν’ αφαιρούνται και να προσαρμόζωνται εκ νέου εις την θέσιν των και οποίος θέλει τους αφαιρεί και μένει τυφλός έως ότου θελήση πάλιν να ίδη, ότε τους θέτει πάλιν εις τας κόγχας των και βλέπει• και πολλοί οι οποίοι χάνουν τους δικούς των δανείζονται ξένους διά να βλέπουν• άλλοι δε έχουν πολλούς και αυτοί είνε οι πλούσιοι. Τα ώτα των δε είνε από φύλλα πλατάνου, και μόνον οι Δενδρίται τα έχουν ξύλινα.

Αλλά και άλλο τι θαυμάσιον είδα εις τα ανάκτορα. Μέγα κάτοπτρον είνε τοποθετημένον επί του στομίου φρέατος, το οποίον δεν είνε πολύ βαθύ. Αν λοιπόν καταιβή κανείς εις το φρέαρ, ακούει όλα τα λεγόμενα εδώ κάτω εις την γην• εάν δε παρατηρήση εις το κάτοπτρον, βλέπει όλας τας πόλεις και όλα τα έθνη, ως να ευρίσκεται μεταξύ αυτών. Εκεί εγώ είδα τους συγγενείς μου και ολόκληρον την πατρίδα μου• εάν δε και εκείνοι μ’ έβλεπαν δεν δύναμαι να είμαι βέβαιος. Εκείνος δε ο οποίος δεν πιστεύει εις τανωτέρω, άν ποτε μεταβή και αυτός εκεί θα μάθη ότι λέγω την αλήθειαν.


Τότε λοιπόν αποχαιρετήσαντες τον βασιλέα και τους περί αυτόν, επέβημεν εις το πλοίον μας και απεπλεύσαμεν• εις εμέ δε εδώρησεν ο Ενδυμίων δύο υάλινα υποκάμισα και πέντε χάλκινα, προσέτι δε πανοπλίαν από φλοιούς λουμπίνων, τα οποία όλα αφήκα εντός του κήτους. Μας έδωκε δε και χιλίους Ιππογύπους να μας συνοδεύσουν μέχρις αποστάσεως πεντακοσίων σταδίων.

Εις την συνέχειαν του ταξειδίου μας επεράσαμεν πλησίον πολλών και διαφόρων χωρών, εξήλθαμεν δε και εις τον Εωσφόρον, τότε συνοικιζόμενον, και επήραμεν νερόν. Έπειτα εισήλθαμεν εις τον Ζωδιακόν και αφήσαντες αριστερά τον Ήλιον, επλέαμεν πολύ πλησίον της Γης• αλλ’ ο άνεμος μας ημπόδισε να προσεγγίσωμεν, παρά την ζωηράν επιθυμίαν των συντρόφων μου, καθότι εβλέπαμεν ότι και η χώρα ήτο καταπράσινη και γόνιμος με πολλά νερά και πλούτη.

Εκεί μας είδον οι μισθοφόροι του Φαέθοντος Νεφελοκένταυροι και επέταξαν εις το πλοίον μας• αλλά μαθόντες ότι ήμεθα φίλοι ανεχώρησαν. Είχον δε ήδη φύγει και οι Ιππόγυποι.

Αφού εταξειδεύσαμεν επί μίαν νύκτα και μίαν ημέραν, έχοντες πρώραν προς την Γην, εφθάσαμεν εις την Λυχνόπολιν. Κείται δε η πόλις αύτη εις το μεταξύ των Πλειάδων και των Υάδων διάστημα, αλλά πολύ χαμηλότερα του Ζωδιακού. Όταν εξήλθαμεν, δεν είδαμεν κανένα άνθρωπον, αλλά λύχνους πολλούς, οίτινες επεριπάτουν εις την αγοράν και εις τον λιμένα• και άλλοι μεν εξ αυτών ήσαν μικροί, και ούτως ειπείν πτωχοί, ολίγοι δε μεγάλοι και ισχυροί, υπέρλαμπροι και διακρινόμενοι από τους άλλους. Είχον δε έκαστος την κατοικίαν του και λυχνεώνας και ονόματα όπως οι άνθρωποι. Τους ηκούσαμεν και να ομιλούν και όχι μόνον δεν μας επείραξαν, αλλά και μας εκάλουν να μας φιλοξενήσουν• ημείς όμως εφοβούμεθα και ούτε να δειπνήση, ούτε να κοιμηθή κανείς εξ ημών ετόλμησεν. Εις το μέσον της πόλεως ευρίσκεται το δημόσιον κατάστημα, όπου μένει καθ’ όλην την νύκτα ο άρχων και καλεί έκαστον με το όνομά του• όστις δε παρακούση καταδικάζεται εις θάνατον ως λιποτάκτης• ο δε θάνατος είνε να σβυσθή. Ημείς δε παριστάμενοι εβλέπαμεν τα γινόμενα και ηκούσαμεν τους λύχνους ν’ απολογούνται και να δικαιολογούν την βραδύτητά των. Εκεί εγνώρισα και τον ιδικόν μας λύχνον και αφού τον εχαιρέτισα του εζήτησα πληροφορίας περί της οικογενείας μου, τας οποίας μου έδωκε.


Την νύκτα λοιπόν εκείνην εμείναμεν εις την Λυχνόπολιν την δ’ επιούσαν αποπλεύσαντες επλησιάσαμεν εις τα νέφη, όπου είδαμεν κ’ εθαυμάσαμεν και την πόλιν Νεφελοκοκυγίαν {9}, αλλά δεν εξήλθαμεν εις αυτήν, διότι ο άνεμος δεν ήτο βοηθητικός. Ελέγετο ότι βασιλεύει εις αυτήν ο Κόρωνος του Κοτυφίωνος. Εγώ δε ενθυμήθηκα τον ποιητήν Αριστοφάνην, άνθρωπον σοφόν και φιλαλήθη, προς τον οποίον αδίκως δυσπιστούμεν δι’ όσα έγραψε.

Μετά τρεις ημέρας, εβλέπαμεν ευκρινώς τον ωκεανόν, αλλά γην πουθενά, εκτός των εναερίων χωρών αλλά και αυταί τώρα είχον χρώμα πυρός και εφαίνοντο λάμπουσαι• την δε τετάρτην ημέραν κατά την μεσημβρίαν υποχωρούντος ολίγον κατ’ ολίγον του ανέμου, επέσαμεν ελαφρά και χωρίς ορμήν εις την θάλασσαν. Άμα δε ήλθαμεν εις επαφήν με το νερόν, η χαρά και η ευφροσύνη μας ήτο μεγάλη• διεσκεδάσαμεν όπως ηδυνάμεθα και πεσόντες εις την θάλασσαν εκολυμβήσαμεν• διότι έτυχε να είνε γαλήνη και η θάλασσα ήτο ακύμαντος.

Αλλά συμβαίνει πολλάκις το τέλος μιας δυστυχίας να γίνεται αρχή μεγαλειτέρων συμφορών. Αφού επί δύο μόνον ημέρας εταξειδεύσαμεν με καλόν καιρόν, όταν εξημέρωσεν η τρίτη και ανέτελλεν ο ήλιος, βλέπομεν έξαφνα θηρία και κήτη μεγάλα, μεταξύ δε αυτών έν μεγαλείτερον από όλα, το οποίον θα είχεν έως χιλίων πεντακοσίων σταδίων μέγεθος• ήρχετο δε κατ’ επάνω μας με το στόμα ανοικτόν και εκ μακράς αποστάσεως συνετάρασσε την θάλασσαν και αφρός το περιέλουε• και οι οδόντες του εφαίνοντο πολύ μεγαλείτεροι από τους φαλλούς, σουβλεροί δε όλοι ως πάσσαλοι και λευκοί ως του ελέφαντος. Τότε ημείς, αφού εδώκαμεν προς αλλήλους τον τελευταίον αποχαιρετισμόν εσταθήκαμεν και αγκαλιασμένοι επεριμέναμεν τον θάνατον. Το κήτος δεν εβράδυνε να φθάση και αμέσως μας ερρόφησε και μας κατέπιε ομού με το πλοίον. Αλλά δεν επρόφθασε να μας συντρίψη με τα δόντια του, διότι διά των αραιωμάτων της οδοντοστοιχίας του το πλοίον ωλίσθησε μέσα. Όταν δε ευρέθημεν εντός του κήτους, κατ’ αρχάς ήτο σκότος και δεν εβλέπαμεν τίποτε• έπειτα δε το κήτος ήνοιξε το ρύγχος του και εις το φως το οποίον εισέδυσεν είδαμεν ότι το εσωτερικόν του θαλασσίου θηρίου ήτο τόσον πλατύ και υψηλόν, ώστε να δύναται να περιλάβη πόλιν ολόκληρον. Εφαίνοντο δε κάτω μικρά ψάρια και διάφορα θαλάσσια θηρία μασημένα και καραβόπανα και άγκυραι, ανθρώπινα κόκκαλα και εμπορευμάτων δέματα, βαθύτερα δε ήτο και γη με υψώματα, η οποία, ως υποθέτω, είχε σχηματισθή από την λάσπην την οποίαν κατέπινε το κήτος. Επί της γης εκείνης υπήρχε δάσος και διάφορα δένδρα και λάχανα και εφαίνοντο όλα ως να εκαλλιεργούντο. Η περιφέρεια δε της γης εκείνης θα ήτο έως διακόσια τεσσαράκοντα στάδια. Εφαίνοντο και θαλάσσια πτηνά, γλάροι και αλκυόνες, τα οποία κατεσκεύαζον τας φωλεάς των επί των δένδρων.

Ευρεθέντες εις την θέσιν εκείνην εκλαύσαμεν επί πολύ• έπειτα διέταξα τους συντρόφους να στηρίξουν και στερεώσουν το πλοίον μας, εγώ δε έτριψα τα πυρεία{10} και ήναψα φωτιάν και παρεσκευάσαμεν δείπνον με ό,τι ευρέθη. Ήσαν δε γύρω μας πολλά και διαφόρων ειδών ψάρια και είχαμεν ακόμη από το νερόν το οποίον επήραμεν από τον Εωσφόρον.

Την επομένην το πρωί, οσάκις ήνοιγε το στόμα του το κήτος εβλέπαμεν άλλοτε στερεάν, άλλοτε όρη, άλλοτε δε μόνον τον ουρανόν, πολλάκις δε και νήσους• διότι, ως ησθανόμεθα, το κήτος έτρεχε με ορμήν προς διάφορα μέρη της θαλάσσης. Αφού δε συνηθίσαμεν εις την διαμονήν εκείνην, παρέλαβα πέντε από τους συντρόφους και επροχώρησα εις το δάσος, θέλων να εξερευνήσω τα πάντα. Δεν είχα δε προχωρήσει πέντε σταδίους και συνήντησα ναόν του Ποσειδώνος, ως εφαίνετο εκ της επιγραφής, και μετ’ ολίγον τάφους πολλούς με στήλας και πλησίον πηγήν με νερόν διαυγές. Συγχρόνως ηκούετο γαύγισμα σκύλου και καπνός εφαίνετο εις απόστασιν, εξ ου εμαντεύαμεν κάποιαν αγροτικήν κατοικίαν. Εταχύναμιν λοιπόν το βήμα και μετ’ ολίγον βλέπομεν ένα γέροντα και ένα νέον, οι οποίοι με πολλήν επιμέλειαν ειργάζοντο εις μίαν πρασιάν και διωχέτευαν εις αυτήν νερόν από την πηγήν.

Η συνάντησις εκείνη μας επροξένησε φόβον συγχρόνως και χαράν, και εσταθήκαμεν• και εκείνοι δε έπαθαν το ίδιον και μας παρετήρουν άφωνοι• έπειτα όμως ο γέρων είπεν• Ποίοι είσθε, ξένοι; Μήπως θαλάσσιοι θεοί ή άνθρωποι δυστυχείς όπως ημείς; Διότι ημείς από άνθρωποι κατοικούντες εις την στερεάν εγίναμεν τώρα θαλάσσιοι και πλέομεν ομού με αυτό το θηρίον, το οποίον μας έχει καταπιεί, χωρίς να γνωρίζωμεν ακριβώς την τύχην μας. Είμεθα νεκροί και νομίζομεν ότι ζώμεν. Εις αυτόν εγώ απήντησα• Και ημείς είμεθα άνθρωποι νεοφερμένοι, πατέρα• κατεπόθημεν προ ολίγων ημερών με ολόκληρον το σκάφος μας. Τώρα ήλθαμεν να ίδωμεν τι είνε μέσα εις αυτό το δάσος, το οποίον εφαίνετο εκτεταμένον και πυκνόν. Φαίνεται δε ότι κάποιος θεός μας ωδήγησε να σε συναντήσωμεν και να μάθωμεν ότι δεν είμεθα μόνοι φυλακισμένοι μέσα εις αυτό το θηρίον. Αλλά διηγήσου μας ποίος είσαι και πώς η τύχη σ’ έφερεν εδώ. Αυτός όμως μας είπεν ότι πριν ή μας διηγηθή και μάθη τας δικάς μας περιπετείας, ενόει να μας προσφέρη τας τιμάς της φιλοξενίας, και μας ωδήγησεν εις την οικίαν του, η οποία ήτο αρκετά ευρύχωρος δι’ αυτόν και τον υιόν του και είχε στρωμνάς εκ χόρτου και πάντα τα άλλα χρειώδη• μας προσέφερε δε λάχανα, ψάρια και οπωρικά και προσέτι μας εκέρασεν οίνον• αφού δ’ εχορτάσαμεν, μας ηρώτησε περί των παθημάτων μας. Εγώ του διηγήθην τα πάντα κατά σειράν, την τρικυμίαν και όσα είδαμεν εις την νήσον και το εναέριον ταξείδι, τον πόλεμον και όλα τα άλλα μέχρις ότου μας ερρόφησε το κήτος. Με ήκουσε με πολύν θαυμασμόν, έπειτα δε μας διηγήθη τα δικά του. Είμαι Κύπριος την πατρίδα, ω ξένοι• αναχωρήσας δε χάριν εμπορίου από την πατρίδα μου ομού με το παιδί μου αυτό που βλέπετε και με πολλούς δούλους, εταξείδευα προς την Ιταλίαν με πλοίον μεγάλο, το οποίον είχα φορτώσει με πολλά και διάφορα εμπορεύματα. Θα είδατε ίσως τα συντρίμματά του εις το στόμα του κήτους. Έως εις την Σικελίαν επήγαμεν καλά• αλλ’ εκεί μας πήρε ένας φοβερός άνεμος, ο οποίος εις τρεις ημέρας μας πήγε εις τον ωκεανόν, όπου μας συνήντησε το κήτος και μας εκατάπιε όλους με το πλοίον και μόνοι ημείς οι δύο εσώθημεν, οι δε λοιποί όλοι απέθαναν.



Αφού δ’ εθάψαμεν τους συντρόφους μας και εκτίσαμεν αυτόν τον ναόν του Ποσειδώνος, ζώμεν τον βίον που βλέπετε. Καλλιεργούμεν λάχανα και τρεφόμεθα με ψάρια και οπωρικά. Είνε δε μεγάλο, όπως βλέπετε, το δάσος, έχει και αμπέλια πολλά, από τα οποία γίνεται εξαίρετο κρασί. Θα είδατε δε ίσως και την πηγήν η οποία μας δίδει κάλλιστον και ψυχρότατον νερόν. Στρωμνήν κατασκευάζομεν από φύλλα και ανάπτομεν μεγάλας πυράς. Κυνηγούμεν δε πτηνά από τα εισερχόμενα εις το κήτος και συλλαμβάνομεν ζωντανά ψάρια, εξερχόμενοι εις τα σπάραχνα του θηρίου, όπου και λουόμεθα όταν θέλωμεν. Αλλά και λίμνη υπάρχει αλμυρά εις όχι μακράν απόστασιν, η οποία έχει περίμετρον είκοσι σταδίων και περιέχει παντοειδή ψάρια• εις αυτήν κολυμβούμεν και πλέομεν με μικρόν σκάφος το οποίον εγώ κατεσκεύασα. Έχουν δε περάσει από τον καιρόν που μας εκατέπιε το κήτος είκοσι επτά έτη. Και τα μεν άλλα ίσως είνε υποφερτά• αλλ’ έχομεν γείτονας πολύ κακούς και ανυποφόρους, διότι είνε ακοινώνητοι και άγριοι. Πώς, είπα εγώ, είνε και άλλοι εις το κήτος;, Πολλοί, είπεν ο γέρων, και αφιλόξενοι και αλλόκοτοι κατά τας μορφάς. Τα δυτικά και τα προς την ουράν μέρη του δάσους κατοικούν οι Ταριχάνες, οι οποίοι έχουν μάτια χελιών και πρόσωπα καραβίδων• είνε λαός πολεμικός, θρασύς και τρώγει ωμά κρέατα• προς δε την αντίθετον πλευράν, την δεξιάν, κατοικούν οι Τριτωνομένδητες, των οποίων το μεν άνω μέρος ομοιάζει με άνθρωπον, το δε κάτω προς τους ξιφίας• ούτοι όμως είνε ολιγώτερον των άλλων κακοί. Τα προς ταριστερά κατέχουν οι Καρκινόχειρες και Θυνοκέφαλοι, οι οποίοι είνε μεταξύ των φίλοι και σύμμαχοι• τα μεσόγεια δε κατέχουν οι Παγουρίδαι και οι Ψητόποδες, μάχιμοι και πολύ ωκύποδες. Τα ανατολικά τα προς το στόμιον είνε κατά το πλείστον έρημα και τα σκεπάζει η θάλασσα• τα κατέχω δε εγώ, αντί φόρου πεντακοσίων στρειδιών τον οποίον κατ’ έτος καταβάλλω εις τους Ψητόποδας. Τοιούτος είνε ο τόπος• πρέπει δε να σκεφθώμεν μαζή πώς θα δυνηθώμεν ν’ ανταγωνισθώμεν προς τόσους λαούς διά να δυνηθώμεν να ζήσωμεν με ησυχίαν. Πόσοι είνε όλοι αυτοί; ηρώτησα. Περισσότεροι από χίλιοι, απήντησεν ο γέρων. Και τίνος είδους όπλα έχουν; Μόνον ψαροκόκκαλα. Τότε θα μας είνε εύκολον να τους πολεμήσωμεν, αφού ημείς έχομεν όπλα και αυτοί είνε άοπλοι. Και αν τους νικήσωμεν θα περάσωμεν του λοιπού άφοβα και ατάραχα. Απεφασίσαμεν τον πόλεμον και επιστρέψαντες εις το πλοίον εκάναμεν τας ετοιμασίας μας. Αιτία δε του πολέμου θα εγίνετο η άρνησις του φόρου, καθότι ήτο ο καιρός της πληρωμής. Και αυτοί μεν έστειλαν και εζήτουν τον φόρον, αυτός δε απεδίωξε τους απεσταλμένους με περιφρονητικήν απάντησιν.
Πρώτοι λοιπόν οι Παγουρίδαι, ωργισμένοι εναντίον του Σκινθάρου (διότι αυτό ήτο το όνομα του γέροντος) εξεστράτευσαν με πολύν θόρυβον. Ημείς δε περιμένοντες την επίθεσιν, ωπλίσθημεν κ’ επεριμέναμεν, αφού εβάλαμεν είκοσι πέντε άνδρας να ενεδρεύσουν. Είχαμεν δε παραγγείλει εις τους ενεδρεύοντας ν’ αφήσουν τους εχθρούς να περάσουν και τότε να σηκωθούν• ούτω δε έπραξαν. Επιπεσόντες εκ των όπισθεν τους κατέσφαζαν• και ημείς δε, οι οποίοι ήμεθα επίσης είκοσι πέντε— διότι και ο Σκίνθαρος και ο υιός του είχον λάβει μέρος— επετέθημεν εκ του αντιθέτου μέρους και συμπλακέντες προς αυτούς επολεμήσαμεν λυσσωδώς. Επί τέλους τους ετρέψαμεν εις φυγήν και τους κατεδιώξαμεν μέχρι των τρωγλών των. Εφονεύθησαν δε από μεν τους εχθρούς εκατόν εβδομήκοντα, από ημάς δε ο πλοίαρχος, ο οποίος ελογχίσθη εις την ράχην με κόκκαλον μπαρμπουνιού.

Εκείνην την ημέραν και την νύκτα εμείναμεν εις το στρατόπεδον και ως τρόπαιον εστήσαμεν μίαν ραχοκοκκαλιάν δελφίνος, την οποίαν εκαρφώσαμεν εις την γην. Την επομένην και οι άλλοι μαθόντες τα γενόμενα ήλθαν να μας πολεμήσουν. Και το μεν δεξιόν κέρας κατείχον οι Ταριχάνες, αρχηγόν έχοντες τον Πήλαμον, το δε αριστερόν οι Θυνοκέφαλοι και το μέσον οι Καρκινόχειρες. Οι Τριτωνομένδητες έμενον ήσυχοι και ουδέτεροι. Τους επεριμέναμεν πλησίον του ναού του Ποσειδώνος και επετέθημεν με πολύν αλαλαγμόν• αντήχει δε το εσωτερικόν του κήτους, καθώς τα σπήλαια. Κατατροπώσαντες αυτούς, καθότι ήσαν άοπλοι, τους κατεδιώξαμεν εις το δάσος και εγίναμεν του λοιπού κύριοι του τόπου. Μετ’ ολίγον έστειλαν κήρυκας διά να πάρουν τους νεκρούς των και να ζητήσουν ειρήνην. Ημείς όμως δεν εκρίναμεν καλόν να συνθηκολογήσωμεν, αλλά την επιούσαν επιτεθέντες εκ νέου τους κατεσφάξαμεν όλους, εκτός των Τριτωνομενδήτων. Αλλά και αυτοί, όταν είδαν τα γενόμενα, διέφυγαν από τα σπάραχνα του κήτους και έπεσαν εις την θάλασσαν. Ημείς δε καταλαβόντες τον τόπον, ο οποίος έμεινεν έρημος από τους εχθρούς, εζώμεν του λοιπού ησύχως κ’ επερνούσαμεν τον καιρόν μας εις ασκήσεις και κυνήγια, καλλιεργούντες ταμπέλια και συγκομίζοντες τους καρπούς των δένδρων• εν γένει δε ωμοιάζαμεν με ανθρώπους οίτινες καλοπερνούν χωρίς δεσμά εις φυλακήν μεγάλην, από την οποίαν η φυγή είνε αδύνατος.

Επί έν έτος και οκτώ μήνας εζήσαμεν κατ’ αυτόν τον τρόπον. Την δε πέμπτην ημέραν του ενάτου μηνός κατά το δεύτερον του στόματος άνοιγμα — διότι το κήτος ήνοιγε μίαν φοράν κάθε ώραν το στόμα του, ώστε από τα ανοίγματα εσυμπεραίναμεν τας ώρας — κατά το δεύτερον λοιπόν, ως είπα, άνοιγμα, έξαφνα ηκούσθη βοή μεγάλη και θόρυβος και ως ναυτικά παραγγέλματα και κωπηλασίαι. Εκπλαγέντες ανέβημεν συρόμενοι έως εις το στόμα του θηρίου και σταματήσαντες οπίσω των οδόντων είδαμεν το παραδοξότερον εξ όλων των θεαμάτων, τα οποία είδα εις την ζωήν μου• κάτι ανθρώπους υψηλούς έως μισόν στάδιον επάνω εις νήσους μεγάλας, αι οποίαι έπλεον ως τριήρεις. Και γνωρίζω μεν ότι θα διηγηθώ πράγματα τα οποία θα φανούν απίθανα, αλλ’ όμως θα τα διηγηθώ.

Τα νησιά εκείνα ήσαν επιμήκη, όχι πολύ υψηλά και είχαν έκαστον περίμετρον εκατόν περίπου σταδίων• επ’ αυτών δ’ ευρίσκοντο από τους ανθρώπους εκείνους περί τους εκατόν είκοσι. Εκ τούτων άλλοι καθήμενοι εις τα πλάγια των νήσων κατά γραμμήν εκωπηλάτουν, μεταχειριζόμενοι ως κουπιά κυπαρίσσια μεγάλα, με τους κλάδους και τα φύλλα των, όπως ήσαν. Εις δε το οπίσω μέρος, εις την πρύμνην τρόπον τινά, εστέκετο επί λόφου υψηλού ο κυβερνήτης και εκράτει χάλκινον πηδάλιον, το οποίον είχε μήκος πέντε σταδίων. Εις την πρώραν έως τεσσαράκοντα εξ αυτών ωπλισμένοι επολέμουν• και ήσαν καθ’ όλα όμοιοι με ανθρώπους, εκτός της κόμης των, η οποία ήτο φωτιά και ανέδιδε φλόγας• ώστε δεν είχαν και ανάγκην από περικεφαλαίας. Ως πανιά εχρησίμευον τα δένδρα, τα οποία ήσαν πολλά και πυκνά εις εκάστην νήσον• ο άνεμος πνέων εις το δάσος το εφούσκωνε και ώθει την νήσον όπου ήθελεν ο κυβερνήτης. Τους κωπηλάτας διηύθυνε κελευστής και αι νήσοι εκινούντρ κατά την κωπηλασίαν με ταχύτητα, όπως τα στενόμακρα πλοία.

Κατ’ αρχάς εβλέπαμεν δύο ή τρεις τοιαύτας νήσους, αλλ’ έπειτα εφάνησαν έως εξακόσιαι και παραταχθείσαι εις δύο γραμμάς επολέμουν και εναυμάχουν. Πολλαί συνεκρούοντο πρώραν με πρώραν, πολλαί δε και διαπερασθείσαι κατεβυθίζοντο. Άλλαι συμπλεκόμεναι δυνατά εμάχοντο και δυσκόλως εχωρίζοντο. Οι παρατεταγμένοι εις την πρώραν εμάχοντο με πολύ θάρρος και εισπηδώντες εις τα αντίπαλα νησιά εφόνευον• αιχμαλώτους δεν συνελάμβανον. Αντί σιδηρών χειρών{11} έρριπτον οι μεν προς τους δε πολύποδας μεγάλους δεμένους, οι οποίοι περιπλεκόμενοι εις τα δένδρα εκράτουν και έσυρον ολόκληρον την νήσον. Ως βλήματα δε μετεχειρίζοντο και έρριπτον κατ’ αλλήλων όστρεα έχοντα μέγεθος αμάξης και σπόγγους μεγέθους στρέμματος.

Αρχηγόν είχον οι μεν τον Αιολοκένταυρον, οι δε τον Θαλασσοπότην. Φαίνεται δε ότι η μάχη έγινεν εξ αιτίας μιας αρπαγής• ελέγετο ότι ο θαλασσοπότης ήρπασε πολλά κοπάδια δελφίνων του Αιολοκενταύρου. Από τας κραυγάς των μαχομένων εμάθαμεν την αιτίαν του πολέμου, ως και τα ονόματα των βασιλέων.

Επί τέλους ενίκησαν οι μεν τον Αιολοκένταυρον και εβύθισαν περί τας εκατόν πεντήκοντα νήσους των αντιπάλων, τρεις δε άλλας συνέλαβον με τα πληρώματά των. Οι νικηταί τους κατεδίωξαν μέχρι τινός, επειδή δε επλησίαζε να νυκτώση επέστρεψαν διά τα ναυάγια και τα περισσότερα συνέλεξαν• ανέσυραν δε και τα δικά των, διότι και δικαί των νήσοι εβυθίσθησαν όχι ολιγώτεραι των ογδοήκοντα. Ανήγειραν και τρόπαιον της νησομαχίας μίαν των εχθρικών νήσων, την οποίαν εκάρφωσαν επί της κεφαλής του κήτους. Και εκείνην την νύκτα έμειναν γύρω εις το κήτος, δέσαντες εις αυτό τα πλοία των και πλησίον αυτού αγκυροβολήσαντες. Είχον δε αγκύρας μεγάλας υαλίνας, στερεάς. Την επομένην τελέσαντες θυσίας επί του κήτους και θάψαντες τους νεκρούς των επ’ αυτού, απέπλευσαν χαίροντες και ψάλλοντες άσματα ομοιάζοντα με νικητήρια. Αυτά έγιναν κατά την νησομαχίαν.

Λουκιανός σε απόδοση , Ιω. Κονδυλάκη


1} Την ιστορίαν του Κτησίου γνωρίζομεν μόνον εξ αποσπάσματος αυτής διασωθέντος υπό του Φωτίου. Φαίνεται δε ότι ο Λ. τον αδικεί λέγων ότι έγραψεν όλως φαντασιώδη. Τουλάχιστον εις όσα γράφει περί των κυνοκεφάλων ανθρώπων των κατοικούντων εις τα όρη και οίτινες αντί πάσης λαλιάς έχουν είδος υλακής, ευκόλως αναγνωρίζεται ο Ουραγκουτάγκος. Ουχ ήττον τερατώδη εφάνησαν κατά την αρχαιότητα όσα έγραψε περί των ομιλούντων πτηνών• αλλ’ οι Έλληνες δεν εγνώριζον ακόμη τους ψιτακούς, τους οποίους ενόει προδήλως ο Κ.

{2} Άγνωστον πότε έγραψεν ο συγγραφεύς ούτος.

{3} Τον Ατλαντικόν.

{4} Αφροδίτη ή Αυγερινός

{5} Πεζοί ελαφρώς ωπλισμένοι, ακροβολισταί.

{6} Κατά τον Στράβωνα, ο κολοσσός της Ρόδου είχεν ύψος 70 οργυιών.

{7} Δηλαδή Σελήνιος, διότι η σελήνη ελέγετο και μήνη.

{8} Φαλλός, ομοίωμα, του ανδρικού αιδοίου, το οποίον περιέφερον εις τας πομπάς του Διονύσου.

{9} Η πόλις την οποίαν κτίζουν εις τους «Όρνιθας» του Αριστοφάνους τα πτηνά.

{10} Ξύλα τα οποία προστριβόμενα επ’ αλλήλων ήναπτον.

{11} Αρπάγαι, γάντζοι.


Πηγη



Ζούμε οι άνθρωποι µε µια παγιωμένη ερμηνεία των πραγμάτων. Αναγνωρίζουμε τον κόσμο µε ορισμένο τρόπο και τον βλέπουμε από συγκεκριμένη γωνία. Κι επειδή η οπτική αυτή γωνία είναι η μόνη που ξέρουμε, τη θεωρούμε «θεία» αλήθεια. Κι έτσι αυτοπεριοριζόμαστε σε στενά πρότυπα. Είμαστε εγκλωβισμένοι σε µια πνευματική στενότητα, αποκοιμισμένοι µε ψεύτικες αξίες.

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Recent Post

 
Ευτυχισμένοι είναι οι ελεύθεροι και ελεύθεροι είναι οι γενναίοι. (από τον Επιτάφιο του Περικλή). | | | Οι άνθρωποι ταράζονται όχι από αυτά που συμβαίνουν αλλά από την άποψή τους για αυτά που συμβαίνουν. Επίκτητος. | | | Η χώρα μας έχει ανάγκη από βρώμικα νύχια και καθαρά μυαλά. Ου. Ρόντζερς. | | |Την ειμαρμένην ουδ’ αν είς εκφύγοι. Πλάτων. | | | .
Copyright © 2011. ...το Γενος των Ελληνων - “Το Hellinikogenos.gr δεν ανήκει σε καμιά συγκεκριμένη ιδεολογία, σε καμιά πολιτική ή θρησκεία. Είναι αφιερωμένο στους ανθρώπους που θέλουν να σκέφτονται ελεύθερα και δημιουργικά, χωρίς να παγιδεύονται σε διανοητικές παρωπίδες. Το Γένος των Ελλήνων αγαπάει τη λογική και την «επιστημονική μέθοδο», αλλά δέχεται και τις πιο ακραίες πιθανότητες. Μάχεται κατά των δογμάτων, αλλά εξερευνά και το περιεχόμενό τους με ενδιαφέρον. Είναι η ανάγκη μας να βλέπουμε τα πράγματα με ανοιχτά μάτια, χωρίς να αφήνουμε τίποτα στο σκοτάδι. Είναι η διανοητική Ελευθερία του πραγματικά ζωντανού Νου.”
Template
Proudly powered by Blogger